Κάποτε,
κάποιος πήγε σ’ ένα ράφτη να του ράψει ένα κοστούμι αλλά όταν πήγε να το
δοκιμάσει δεν του πήγαινε καθόλου.
Παραπονέθηκε
που το σακάκι ήταν πολύ μακρύ στην πλάτη, το δεξί μανίκι πολύ μακρύ, το ένα
μπατζάκι του παντελονιού ήταν κοντά, έλειπαν και τρία κουμπιά. Με το δίκιο του,
ήταν άνω – κάτω.
«Εντάξει
είναι όλα», του είπε ο ράφτης, «Το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να σκύβεις
την πλάτη σου, να λυγίζεις το χέρι σου, να περπατάς κουτσαίνοντας και να
κολλήσεις τα τρία δάχτυλά σου στις
κουμπότρυπες και θα είσαι μια χαρά!»
Ο
άνθρωπος βόλεψε το σώμα του ώστε να ταιριάζει με το κουστούμι και με την
αίσθηση της κοροϊδίας εκ μέρους του ράφτη, σηκώθηκε κι έφυγε. Δεν είχε
προχωρήσει ούτε καν ένα τετράγωνο όταν τον πλησίασε ένας άγνωστος.
«Ποιος
σας έφτιαξε αυτό το κοστούμι;» τον ρώτησε. «Ψάχνω για να παραγγείλω ένα
καινούριο για μένα».
Παραξενεμένος
αλλά και ευχαριστημένος για το κομπλιμέντο, ο άνθρωπός μας του έδειξε το
ραφείο.
«Ευχαριστώ
πολύ», είπε ο ξένος φεύγοντας βιαστικά. «Θα πάω σ’ αυτόν τον ράφτη για να
παραγγείλω. Θα πρέπει να είναι πραγματικό σαϊνι για να τα καταφέρει με έναν
σακάτη σαν κι εσάς».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου