Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2015

Ένα πολύ μικρό καράβι





Ένα κομμάτι φλούδας πεύκου. Ένας σουγιάς. Μια οδοντογλυφίδα. Ένα κομμάτι χαρτί, τριγωνικά κομμένο, σαν "λατίνι".

Όλα αυτά μας κάνουν ένα πολύ μικρό καράβι.

Αυτό το καράβι όμως μπορεί να με πάει πολύ μακριά. Κι όχι μόνο μου. Βλέπω τα μακρινά ταξίδια που κάνουν δυο ζευγάρια παιδικά μάτια όταν το βάζω σε

μια λεκάνη με νερό.

Τα μικρά καράβια έχουν αυτό το καλό. Χωράνε σε μια λεκάνη με νερό και χωράνε και όλα τα ταξίδια που θέλουμε να κάνουμε.

Ιδίως όταν είμαστε παιδιά.

Και τα ταξίδια αυτά, παρά την απειλή του αποχωρισμού ―που είναι πάντα "λίγο θάνατος"― έχουν και τη δύναμη ενός απογαλακτισμού που φέρνει την

υπόσχεση της ενηλικίωσης, την ελπίδα του "μπορώ να τα καταφέρω".

Έχω μνήμη μεγαλύτερη από τη δύναμή μου. Κι αυτό μου δίνει δύναμη.

Έχω τη μνήμη του φόβου του αποχωρισμού και του θανάτου των γονιών μου.

Είχα όμως και παραμύθια να μου παραστέκουν. Και ο φόβος του θανάτου εκείνων που με τάιζαν, με έντυναν, με ζέσταιναν, με χουχούλιαζαν σ' ένα ζεστό

κρεβάτι, μίκραινε μέσα από μια πολύχρωμη κουρελού αναγνωσμάτων κι αφηγήσεων.

Και ωθώντας μαζοχιστικά, σαν παιδί, την ιδέα τής απώλειας των στηριγμάτων μου, έφτιαχνα ζεστά σιρόπια ανακουφιστικά αποστάζοντας κουρέλια

παραμυθιών.

«Αν πεθάνουν οι γονείς μου, θα πάω να γίνω ξυλοκόπος και θα βγάζω το ψωμί μου και θα ζω σε μια καλύβα, και θα κυνηγάω για να τρώω».

Η αφέλεια των παιδιών έχει μέσα της όλη τη δύναμη του νέου που θέλει να ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο, όπου βρέθηκε χωρίς να το ζητήσει.

Δεν ξέρω πώς δουλεύει το μυαλό του ανθρώπου αλλά ξέρω ότι κάθε άνθρωπος γεννιέται μ' ένα μυαλό που δουλεύει. Καλά, καλύτερα... Εξαρτάται από τα

εφόδια.

Βλέποντας το πολύ μικρό καραβάκι, με την οδοντογλυφίδα-κατάρτι και το χαρτάκι-πανί, διαβάζω στην επίπεδη καρίνα του χιλιάδες κείμενα νίκης πάνω στον

φόβο του απογαλακτισμού, νίκης πάνω στον φόβο του θανάτου, νίκης της ελπίδας πάνω στον ζόφο

Μπορώ ακόμα να διαβάζω και υποσχέσεις όμορφων ταξιδιών.


Κωστής Α. Μακρής 

Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2015

Το μάθημα της χήνας






Την επόμενη φορά που θα δείτε χήνες να πετούν σε σχηματισμό V προς τον νότο για να περάσουν τον χειμώνα, ίσως σας περάσει από το μυαλό η εξήγηση που η επιστήμη δίνει για την αιτία που πετούν με αυτόν τον τρόπο. Όταν η κάθε χήνα χτυπά τα φτερά της, δημιουργεί ανοδικό ρεύμα για εκείνη που ακολουθεί αμέσως μετά. Με το να πετούν λοιπόν σε σχηματισμό V, ολόκληρο το σμήνος προσθέτει τουλάχιστον 71% μεγαλύτερη πτητική εμβέλεια συγκριτικά με το αν πετούσαν η κάθε μια μόνη της.

Κατά τον ίδιο τρόπο, οι άνθρωποι που ακολουθούν κοινή κατεύθυνση και διαθέτουν την αίσθηση της κοινότητας φτάνουν στον προορισμό τους πιο γρήγορα κι εύκολα, διότι ο ένας βοηθά τον άλλο.

Αν μια χήνα βγει έξω από τον σχηματισμό, αμέσως καταλαβαίνει τη δυσκολία να προχωρήσει μόνη της και επιστρέφει για να επωφεληθεί από το ανοδικό ρεύμα που δημιουργεί η χήνα που βρίσκεται μπροστά.

Αν κι εμείς λειτουργήσουμε όπως μια χήνα, θα μένουμε κατά κάποιο τρόπο «σε σχηματισμό» με όσους ανθρώπους κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος με εμάς. Είναι σημαντικό επομένως, να βρούμε τους ανθρώπους με τους οποίους συχνοτιζόμαστε και να ενώσουμε τις δυνάμεις μας μαζί τους.

Όταν μια χήνα κουραστεί πηγαίνει στο πίσω μέρος του σχηματισμού και κάποια άλλη έρχεται μπροστά.

Με τον τρόπο αυτό, οι δύσκολες κι απαιτητικές εργασίες αναλαμβάνονται εκ περιτροπής, όπως ακριβώς συμβαίνει και στους ανθρώπους.

Οι χήνες που βρίσκονται πίσω φωνάζουν με σκοπό να ενθαρρύνουν εκείνες που βρίσκονται μπροστά προκειμένου να διατηρήσουν την ταχύτητά τους.

Το ίδιο ισχύει και για τους ανθρώπους.

Το πιο σημαντικό όμως, είναι ότι όταν μια χήνα αρρωστήσει ή τραυματιστεί και πέσει στο έδαφος, δύο άλλες την ακολουθούν για να τη βοηθήσουν και να την προστατέψουν. Μένουν μαζί της μέχρι να είναι σε θέση ή να πετάξει ξανά ή μέχρι να πεθάνει. Μόνο τότε ξεκινούν ξανά το ταξίδι τους είτε μόνες τους είτε με κάποιον άλλο σχηματισμό με σκοπό να προλάβουν να φτάσουν τη δική τους ομάδα.

Αν κι εμείς λειτουργήσουμε όπως μια χήνα, θα συμπαραστεκόμαστε και θα στηρίζουμε ο ένας τον άλλο έτσι ακριβώς. Μα προπαντός, θα πάψουμε να είμαστε μια διαιρεμένη πλειοψηφία που χειραγωγείται από μια ενωμένη μειοψηφία, όπως λέει και ο Will Durant.

Ιουλία Τσιακάλου

Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015

Το μάθημα της πεταλούδας





Θυμήθηκα κάποιο πρωί,που είχα πετύχει σ’ένα πεύκο ένα κουκούλι πεταλούδας ,τη στιγμή που έσκαζε το τσόφλι κι ετοιμάζουνταν η μέσα ψυχή να προβάλει. Περίμενα,αργούσε κι εγώ βιαζόμουν. Έσκυψα τότε απάνω της κι άρχισα να τη ζεσταίνω με την ανάσα μου.

Τη ζέσταινα ανυπόμονα, και το θάμα άρχισε να ξετυλίγεται μπροστά μου, με γοργό ρυθμό. Το τσόφλι άνοιξε όλο, η πεταλούδα πρόβαλε. Μα ποτέ δε θα ξεχάσω τη φρίκη μου,τα φτερά της έμεναν σγουρά,αξεδίπλωτα όλο όλο της το κορμάκι έτρεμε και μάχουνταν να τα ξετυλίξει. Μα δεν μπορούσε, μαχόμουν κι εγώ με την ανάσα μου να την βοηθήσω.Του κάκου ,είχε ανάγκη από υπομονετικό ωρίμασμα και ξετύλιγμα μέσα στον ήλιο και τώρα πια ήταν αργά. Η πνοή μου είχε ζορίσει την πεταλούδα να ξεπροβάλει πριν της ώρας, ζαρωμένη κι εφταμηνίτικη. Βγήκε αμέστωτη,κουνήθηκε απελπισμένη και σε λίγο πέθανε στην παλάμη μου.

Το πουπουλένιο κουφάρι αυτό της πεταλούδας θαρρώ πως είναι το μεγαλύτερο βάρος που έχω στη συνείδησή μου. Και να, σήμερα κατάλαβα βαθιά..

Είναι θανάσιμο αμάρτημα να βιάζεις τους αιώνιους νόμους, έχεις χρέος ν’ ακολουθείς τον αθάνατο ρυθμό μ’ εμπιστοσύνη.

Η μικρή ετούτη πεταλούδα, που σκότωσα γιατί παραβιάστηκα να την αναστήσω,ας ήταν να πετούσε πάντα μπροστά μου και να μου δείχνει το δρόμο.Κι έτσι μια πεταλούδα που πρόωρα πέθανε να βοηθήσει μιαν αδερφή της,μιαν ανθρώπινη ψυχή,να μη βιάζεται και να προφτάσει να ξετυλίξει με αργό ρυθμό τις φτερούγες!

Νίκος Καζαντζάκης.

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2015

Το κοράκι, ο κύκνος, ο παπαγάλος και το παγώνι




Ένα κοράκι ζούσε σε ένα δάσος και ήταν πολύ ευτυχισμένο. Κάποια μέρα είδε έναν κύκνο. “Αυτός ο κύκνος είναι ολόλευκος.” σκέφτηκε, “και εγώ είμαι κατάμαυρο.” «Ο κύκνος πρέπει να είναι το πιο ευτυχισμένο πουλί στον κόσμο.» 

Είπε την σκέψη του στον κύκνο. “Βασικά,” απάντησε ο κύκνος, “αισθανόμουν έτσι μέχρι που συνάντησα έναν παπαγάλο, ο οποίος είχε δύο χρώματα. Τώρα πιστεύω ότι ο παπαγάλος είναι το ομορφότερο πουλί στον κόσμο”.

Το κοράκι πήγε στον παπαγάλο και του είπε αυτό που σκεφτόταν.
Ο παπαγάλος είπε, “ήμουν πολύ χαρούμενος μέχρι που είδα το παγόνι. Εγώ έχω μόνο δύο χρώματα ενώ το παγόνι έχει πολλά χρώματα.” 

Τότε το κοράκι αποφάσισε να επισκεφτεί το παγόνι που ήταν στον ζωολογικό κήπο και είχε συγκεντρωμένους γύρω του εκατοντάδες ανθρώπους. Όταν ο κόσμος έφυγε, τότε το κοράκι πλησίασε το παγόνι λέγοντας του: “ Εσύ παγόνι,” είπε το κοράκι, “είσαι τόσο όμορφο. Καθημερινά σε επισκέπτονται χιλιάδες άνθρωποι για να σε θαυμάσουν. Εμένα όταν με δουν οι άνθρωποι με διώχνουν μακριά. Νομίζω ότι είσαι το πιο ευτυχισμένο πουλί επάνω στον πλανήτη.”


Το παγόνι τότε απάντησε, “πάντα πίστευα ότι είμαι το πιο όμορφο και ευτυχισμένο πουλί στον πλανήτη. Όμως εξαιτίας της ομορφιάς μου, είμαι φυλακισμένο στον ζωολογικό κήπο. Διαπίστωσα ότι σε ολόκληρο τον ζωολογικό κήπο, ότι το κοράκι είναι το μόνο πουλί που δεν είναι σε κλουβί. Οπότε τις τελευταίες μέρες σκεπτόμουν ότι αν ήμουν κοράκι, θα πετούσα ελεύθερα παντού.”

Αυτό είναι ένα βασικό πρόβλημα σ' εμάς τους ανθρώπους. Συγκρίνουμε τον εαυτό μας χωρίς λόγο με άλλους ανθρώπους με αποτέλεσμα να είμαστε θλιμμένοι. Δεν είμαστε ευγνώμονες για όσα έχουμε. Όλο αυτό είναι ένας φαύλος κύκλος που οδηγεί σε λύπη και ανασφάλεια. Να νιώθεις όμορφα και να ζεις την ζωή σου, για αυτό που είσαι και όπως είσαι.

Άγνωστου συγγραφέα 

Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2015

Η τέχνη να επιβιώνεις



«Δεν ισχύει βέβαια αυτό που λέει η αστρολογία, ότι δηλαδή η ζωή του καθενός προσ­διορίζεται από τους πλανήτες· ισχύει όμως το ότι η ζωή του ανθρώπου γενικά καθορίζεται από δαύτους, αφού κάθε ηλικία σφραγίζεται από έναν συγκεκριμένο πλα­νήτη, οπότε μέχρι το τέλος της ζωής του έχει επηρεαστεί διαδοχικά απ’ όλους.

- Στον δέκατο χρόνο της ζωής κυρι­αρχεί ο Ερμής. Όπως κι αυτός, κινείται ο άνθρωπος γρή­γορα και ελαφρά, σε μικρούς κύκλους· αλλάζει γνώμες με το παραμικρό- μαθαίνει όμως πολλά και με ευκολία, υπό την επήρεια του θεού της πονηριάς και της ευγλωττίας.

- Στα είκοσι, αρχίζει η επιρροή της Αφροδίτης: ο έρωτας και τα θηλυκά καταλαμβάνουν το είναι του.

- Στα τριάντα του επικρατεί ο Άρης: ο άντρας είναι τώρα δυνατός, ορμητι­κός, τολμηρός, μαχητικός και πεισματάρης.

- Στα σαρά­ντα επικρατούν οι 4 αστεροειδείς: η ζωή του κάτω απ’ την επιρροή τους διευρύνεται' εκτιμά τη λιτότητα, δηλαδή τον ικανοποιούν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, με την επιρροή της Δήμητρας· κάνει οικογένεια και σπίτι, με την επιρροή της Εστίας· έχει μάθει όσα χρειάζεται να ξέρει, με την επιρροή της Αθηνάς· ενώ το ρόλο της Ήρας τον παί­ζει η βασίλισσα του σπιτιού, η γυναίκα του.

- Στα πενήντα του επικρατεί ο Δίας. Ο άνθρωπος σ’ αυτή την ηλικία έχει ζήσει ότι ήταν να ζήσει και νιώθει ότι ήδη βρίσκεται σε ανώτερο επίπεδο απ’ τους συγχρόνους του. Διατηρώντας ακόμη στο ακέραιο τις δυνάμεις του, αισθάνεται πλούσιος από εμπειρίες και γνώσεις: εξουσιάζει (ανάλογα με τον χαρακτήρα και τη θέση του) όλους όσους τον περιβάλ­λουν. Δεν ανέχεται πια να του δίνουν άλλοι εντολές, θέλει να τις δίνει ο ίδιος. Βρίσκεται τώρα στην καταλληλότερη θέση για να γίνει πρωτοπόρος και κυρίαρχος στη σφαίρα της δραστηριότητάς του. Έτσι φτάνει στην κορύφωσή του ο Δίας και μαζί μ’ αυτόν ο πενηντάρης.

- Μετά όμως στα εξήντα ακολουθεί ο Κρόνος και μαζί μ’ αυτόν το βάρος, η αδράνεια και η δυσκαμψία του μολύβδου. [...]

- Τελικά φτάνουμε στον Ουρανό: κι όπως λέει το όνομά του, εδώ ο άνθρωπος ανεβαίνει στον ουρανό.

- Τον Ποσειδώνα (έτσι τον βάφτισε η απερισκεψία των ανθρώπων) δεν μπορώ να τον περιλάβω στο λογαριασμό· γιατί δεν μπορώ να του αποδώσω το πραγματικό του όνομα το οποίο θα έπρεπε να είναι, επιτρέψτε μου, Έρωτας».

Άρθουρ Σοπενχάουερ

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2015

Οι σκέψεις ενός παιδιού που κυνηγούσε κομήτες





«Όταν είναι κανείς νέος, είναι πολύ νωρίς. Όταν είναι γέρος, είναι πολύ αργά»
Διογένης ο Κυνικός
«Ενώ οι νέοι αναζητούν την περιπέτεια, οι γέροι λαχταρούν την ασφάλεια»
Ναγκίμπ Μαχφούζ
Ήμουν 11 χρονών όταν πέρασε ο κομήτης του Χάλεϊ. Έβγαινα στο μπαλκόνι για να τον δω, αλλά ο ουρανός ήταν συννεφιασμένος.
«Δεν πειράζει», είχα πει στον πατέρα μου. «Θα τον ξαναδώ όταν ξανάρθει, σε 75 χρόνια… 86 χρονών θα είμαι τότε.»
Ο πατέρας μου δεν γέλασε. Με είχε κοιτάξει πολύ σοβαρά και είπε μόνο: «Μακάρι να τον δεις».
Και με χάιδεψε. Με θλίψη
Τώρα, που έχω πλέον την τότε ηλικία του πατέρα μου, και ένα παιδί λίγο μικρότερο από τον πιτσιρικά που κυνηγούσε κομήτες, καταλαβαίνω, νιώθω ότι μπορώ να καταλάβω, το βλέμμα του, τη θλίψη του.
Το πρώτο που θα σκέφτηκε μάλλον θα ήταν ότι σε 75 χρόνια εκείνος αποκλείεται να είναι ζωντανός.
Όμως δεν νομίζω ότι η θλίψη προερχόταν από την ξαφνική συνειδητοποίηση της θνητότητας του. Ένας σαραντάχρονος έχει αρχίσει να συμβιβάζεται με τον θάνατο του. Και αν έχει επίγνωση της πραγματικότητας, θα πρέπει να ευχαριστεί το θεό, το σύμπαν, την τύχη, που κατάφερε να φτάσει τα σαράντα.
Όταν όμως το παιδί σου μιλάει για τα γεράματα του τότε η πραγματικότητα είναι αμείλικτη.Description: index
Έχεις μπροστά σου ένα μπουμπούκι (τι άλλο είναι ένα δεκάχρονο παιδί;) και το φαντάζεσαι ως έναν γέρο, λίγο πριν το θάνατο.
Και το χειρότερο είναι ότι καθώς αναλογίζεσαι την πιθανότητα να επιζήσει ως τα 86, αναλογίζεσαι και την πιθανότητα να πεθάνει πριν από αυτή την ηλικία.
Έτσι συνειδητοποιείς ότι το παιδί σου είναι θνητό.
Κάποιος αρχαίος Έλληνας τριγυρνούσε στην Αγορά κλαίγοντας και ξεριζώνοντας τα μαλλιά του. Μόλις είχε χάσει το παιδί του.
Ένας στωικός φιλόσοφος τον πλησίασε και του είπε:
«Γιατί κλαις; Δεν ήξερες ότι το παιδί σου είναι θνητό;»
«Το ήξερα», απάντησε εκείνος ανάμεσα στους λυγμούς.
«Τότε γιατί κλαις; Δεν μπορείς να το φέρεις πίσω.»
«Γι” αυτό κλαίω», είπε ο άνθρωπος και έφυγε κλαίγοντας, αφήνοντας τον στωικό στην στωικότητα του.
Τα παιδιά ψυχανεμίζονται το αναπόφευκτο του θανάτου (για όλους, και για τον εαυτό τους) στην ηλικία των 5 ή 6 ετών.
Μπορεί και να ρωτήσουν, για να βεβαιωθούν, ίσως αποφεύγοντας τη λέξη.
«Κάποια μέρα θα γεράσω κι εγώ;»
«Θα ζήσεις τόσο πολλά, τόσο υπέροχα πράγματα μέχρι τότε», θα του πουν οι γονείς.
Αυτό είναι το μόνο αντίδοτο στον θάνατο: Η ζωή.
Κι αυτό κάνουν τα παιδιά. Ζούνε.
Το παιδί είναι αθάνατο, γιατί δεν το απασχολεί το μέλλον. Δεν έχει ακριβή επίγνωση του χρόνου. Ανησυχεί πιο πολύ για το σβήσιμο του ήλιου (σε πέντε δισεκατομμύρια χρόνια), παρά για τον προστάτη και τα καρδιαναπνευστικά προβλήματα.
“Έτσι είναι και οι έφηβοι. Αλλά εκείνοι δεν είναι απλά αθάνατοι, είναι και παντοδύναμοι.
Ειδικά μόλις ξεπεράσει το μέγιστο πρόβλημα της ακμής, ο έφηβος (ή νέος) πιστεύει ότι μπορεί να καταφέρει τα πάντα, να μετακινήσει βουνά, να αλλάξει τον κόσμο.
Καθώς τα χρόνια και οι δεκαετίες περνούν μαθαίνει να συμβιβάζεται με λιγότερα.
Ο σαραντάχρονος γνωρίζει (ή μήπως πιστεύει;) ότι ο κόσμος δεν αλλάζει τόσο εύκολα και ότι δεν αρκεί πίστη ίση με κόκκο σινάπως για να μετακινήσει βουνά.
Ο εικοσάχρονος θέλει τον κόσμο και τον θέλει τώρα. Ο σαραντάχρονος θα αρκεστεί σε έναν κόσμο με λίγες βελτιώσεις.
Και μετά, πενήντα, εξήντα χρονών, επιζητεί την ασφάλεια, ένα σταθερό περιβάλλον για να ξεκουράσει τα κουρασμένα του κόκαλα.
Οι άνθρωποι δεν σταματάνε να παίζουν επειδή γερνάνε. Γερνάνε επειδή σταματάνε
να παίζουν. Έτσι έγραφε κάποιος.
Το πρόβλημα είναι ότι καθώς τα χρόνια συσσωρεύονται στο κεφάλι σου, μαζί με τα συνακόλουθα οικονομικά και υγείας προβλήματα, γίνεται όλο και πιο δύσκολο να παίξεις.
Και πιο πολύ σε καταβάλλει ο «ορίζοντας γεγονότων» της μαύρης τρύπας του τέλους.
Όσο περισσότερο πλησιάζεις προς το τέλος (σαν να προσεγγίζεις μια μαύρη τρύπα), τόσο οι πράξεις σου και οι σκέψεις σου επηρρεάζονται από τη βαρύτητα του αναπόφευκτου.
Αλλά είναι και η εμπειρία που σε κάνει κυνικό – κομφορμιστή – βαρετό. Όσο περνάνε τα χρόνια τόσο ο ενήλικας – μεσήλικας – υπερήλικας παγιδεύεται σε κάτι που θυμίζει την «αιώνια επιστροφή» του Νίτσε. Κάθε μέρα είναι παρόμοια με κάθε προηγούμενη.
Το παιδί έχει τόσο και τόσα υπέροχα πράγματα να ζήσει. Θα ενθουσιαστεί όταν δοκιμάσει για πρώτη φορά παγωτό -και θα συνεχίσει να το κάνει για πολύ καιρό.
Και ο έφηβος θα ταραχτεί όταν ακούσει για πρώτη φορά τον Μόρισον. Θα πιστέψει ότι γνώρισε τον θεό όταν φιλήσει τα χείλη του αγοριού/κοριτσιού που ερωτεύτηκε.
Να κάνεις σεξ, να πηγαίνεις διακοπές με τους φίλους, να γίνεσαι λιώμα, να μπαίνεις στο αμφιθέατρο του πανεπιστημίου, να βγάζεις τα δικά σου λεφτά, να πιάνεις το πρώτο σου σπίτι, να οδηγείς, να ταξιδεύεις στο εξωτερικό, να διαδηλώνεις, να παίζεις live μουσική, να συγκατοικείς με τον άνθρωπο σου, να γεννάς το πρώτο σου παιδί.
Όλα φαντάζουν τόσο εντυπωσιακά όταν τα κάνεις για πρώτη φορά.
Καθώς περνούν τα χρόνια μειώνεται ο ενθουσιασμός, κουράζεται το σώμα, λυγάει η ψυχή.
Καταλαβαίνεις (ή πιστεύεις) ότι δεν θα αλλάξεις τον κόσμο. Τις περισσότερες μέρες απλά παλεύεις για να επιβιώσεις μέσα του -και παλεύεις για να μην σε αλλάξει.
Και μετά, σαν πλησιάζεις προς το θάνατο, μένεις να αναπολείς.
«Γέρος είσαι όταν το παρελθόν σε χαροποιεί πιο πολύ από το μέλλον.»
Και ίσως μόνο τότε, λίγο πριν το τέλος, καταλάβεις και γίνεις πάλι παιδί. Μόνο τότε ίσως αρχίσεις πάλι να απολαμβάνεις με ευγνωμοσύνη το κάθε ξημέρωμα που βλέπεις.
Κανείς ογδοντάχρονος δεν άλλαξε τον κόσμο. Επειδή οι ογδοντάχρονοι δεν πιστεύουν ότι ο κόσμος μπορεί να αλλάξει.
Το μόνο που κάνουν είναι να περιμένουν τον κομήτη του Χάλεϊ, για να τον δουν, αν ο ουρανός τους το επιτρέψει, και μετά να κλείσουν τα μάτια τους γαλήνια.
«Η βασιλεία των ουρανών ανήκει στα παιδιά», είχε πει ένας άνθρωπος.
Αλλά και ο κόσμος, ο πλανήτης, η ζωή, ανήκουν στα παιδιά, στους έφηβους, στους νέους.
Επειδή αυτοί πιστεύουν ότι μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο. Και μόνο όποιος πιστεύει στην αλλαγή μπορεί και να τη φέρει.

~

ΥΓ: Το μόνο αντίδοτο στο θάνατο είναι η ζωή. Αν αύριο το πρωί ξυπνήσεις, αν ανοίξεις τα μάτια σου, είσαι τυχερός.

Το τι θα κάνεις είναι δικό σου θέμα. Η ζωή παίρνει βάρος από αυτά που βάζεις στις τσέπες της.

Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2015

Οι σειρήνες του μυαλού μου





Το μυαλό είναι μια μηχανή συνεχούς αναπαραγωγής εικόνας. Κινείται ελεύθερα στη σφαίρα του χρόνου, μετέωρο μεταξύ παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος. Έχει τη δυνατότητα να αναγεννά, στη σφαίρα του μη υλικού, αναμνήσεις ήδη ολοκληρωμένες. Μια αγκαλιά, που τα σώματα που την απάρτιζαν χάθηκαν στους τόπους, ένα φιλί που έσβησε, ένα αποχαιρετισμό που μας γέμισε με πόνο. Σε επόμενη φάση, το μυαλό μπορεί να γεννήσει λόγια που δεν ακούσαμε, εικόνες που ακόμα δεν έχουμε ζήσει, που όμως βαθύτερα επιθυμούμε να ήταν η ζώσα πραγματικότητα.

Οι σειρήνες στη μυθολογία ήταν πλάσματα ταυτισμένα με το νερό, τον έρωτα, τον θάνατο. Η μορφή τους, συγγραφικά, ποικίλει από γυναίκες εξαιρετικής ομορφιάς μέχρι ανθρωπόμορφα πουλιά (γυναικείο ανθρώπινο κεφάλι και κορμός πουλιού). Το σίγουρο είναι ότι αποπλανούσαν τους ναυτικούς με το εξαιρετικό τους τραγούδι, τους έκαναν να ξεχνάνε τον προορισμό τους και να τους κατασπάρασσαν.

Αυτή είμαι εγώ, εσύ, όλοι μας. Δηλαδή όχι εγώ, εσύ, όλοι μας, ήτοι το ανθρώπινο αποτύπωμα μας, αλλά η σκέψη που μας εκτρέπει από την πεπατημένη, μας παρασύρει και ενδέχεται να μας καταστρέψει. Αγλαόπη (λαμπρή στην όψη) και Θελξιέπεια (γοητευτική στο λόγο), τουλάχιστον σε πρώτη φάση. Είναι η σκέψη η ηδονική, η με κάποιο τρόπο απαγορευμένη και η σίγουρα θελκτική. Με λίγα λόγια, όλοι βρισκόμαστε στο αέναο ταξίδι της ζωής μας, ταυτόχρονα ναύτες και καπετάνιοι της προσωπικής μας γαλέρας, σε μια εκ πρώτης όψεως, καθορισμένη πορεία, η οποία κάποια στιγμή διακόπτεται από την σειρήνα σκέψη. Είναι εκείνη ακριβώς η στιγμή που πρέπει να πάρουμε μια απόφαση. Φοβόμαστε τη σειρήνα και δενόμαστε στο κατάρτι ως άλλος Οδυσσέας ή αφήνουμε τον ηδονιστή εαυτό μας να ζήσει;

Ας συμφωνήσουμε να αφήσουμε κατά μέρος το ενδεχόμενο να γίνουμε βορά των γεγονότων και ας μείνουμε μόνο στο παρορμητικό της κατάστασης. Διότι σαφέστατα αν υποθέτουμε ότι θα καταστραφούμε, το πιο σώφρον είναι να αντιδράσουμε λογικά και να απομακρυνθούμε. Τι είναι αυτό λοιπόν που μας εμποδίζει να παρεκκλίνουμε της πορείας μας και να ακολουθήσουμε μια αποπλάνα σκέψη;

Τα πράγματα είναι τόσο απλά όσο εμείς τους το επιτρέπουμε. Ο τρόμος είναι μια φυσική παρόρμηση και βιώνεται βάσει συγκεκριμένου περιστατικού. Για παράδειγμα, τρομάζουμε υπό την απειλή ενός μαχαιριού. Ο φόβος από την άλλη, εξίσου φυσικό συναίσθημα, αποδίδεται κυρίως στις σκέψεις μας. Με λίγα λόγια, φόβο μας προκαλεί η ιδέα ενός γεγονότος και όχι αυτό καθ’ εαυτό το γεγονός, το οποίο μπορεί μεν να είναι πραγματωμένο στο παρελθόν ή απλώς δε φανταστικό, προϊόν του μυαλού μας. Καθώς λοιπόν, το μυαλό μας αναπαράγει συνεχώς εικόνες, είναι αυτό που θα ωθήσει να ακολουθήσουμε τη σειρήνα και να αλλάξουμε κατεύθυνση ή θα μας δημιουργήσει φόβο και θα παραμείνουμε στην προδιαγεγραμμένη πορεία μας. Σαφέστατα, εκ προοιμίου ο φόβος δεν είναι πάντα αρνητικός, καθώς μπορεί να λειτουργήσει προφυλακτικά της καταστροφής.

Οι ευκαιρίες παρουσιάζονται άπαξ στην ευθεία κίνηση του χρόνου και είναι δική μας η ευθύνη αν θα τις αξιοποιήσουμε ή θα προσπεράσουμε αμέτοχοι. Είναι ένα μπουκάλι που επιπλέει και εμείς αποφασίζουμε αν θα το ανασύρουμε και θα διαβάσουμε το τυλιγμένο σημείωμα ή όχι. Στην πορεία μας, παρουσιάζεται η ηδονική σειρήνα και μας προκαλεί δηλητηριώδεις σκέψεις περί αλλαγής προορισμού. Ο αρνητικά εννοούμενος φόβος αποτελεί μια μηχανή κιμά, από την οποία διέρχεται η σκέψη και καταλήγει άμορφη και άνοστη μάζα. Το θέμα είναι να βρεθεί η κατάλληλη δοσολογία, μυαλού, που δημιουργεί ξεκάθαρες εικόνες, φόβου, που προφυλάσσει από την κακοτοπιά αλλά δεν μας βυθίζει στην λιμνώδη ασφάλεια και φιλτράρισμα σειρήνων σκέψεων που μας οδηγούν στην ευχάριστη και εποικοδομητική αποπλάνηση και όχι στην καταστροφή.

Όταν ρώτησαν τον Σωκράτη αν είναι καλύτερα κάποιος να παντρευτεί ή να παραμείνει εργένης αυτός απάντησε: «Παντρέψου. Αν σου πάει καλά, θα γίνεις λίγο ευτυχισμένος. Αν σου πάει στραβά, θα γίνεις φιλόσοφος». Και κάπως έτσι πρέπει να σκεπτόμαστε. Ο φόβος είναι πάντα η μια επιλογή. Υπάρχει όμως και εναλλακτική. Εξάλλου, καμία καλή ιστορία δεν παραμένει αξέχαστη χωρίς ανατροπές και παρακάμψεις. Καμία ομελέτα δεν γίνεται αν δεν σπάσουμε αυγά..

Mαρία Ιακωβίδου 

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2015

Ινδικό παραμύθι






Στην μακρινή μας Ινδία διηγούνται ένα παραμύθι, απ' αυτά που σου αφήνουν κάποιο χαμόγελο, γιατί έχουν ένα αναπάντεχα διδακτικό τέλος.

Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας αυτοκράτορας, που είχε διαλέξει σαν προσωπικό του σύμβουλο ένα πολύ σοφό γέροντα που όμως είχε ένα μεγάλο ελάττωμα, συνεχώς επαναλάμβανε, "ότι σου συμβαίνει είναι για το καλό σου... ότι σου συμβαίνει είναι για το καλό σου"...

Ο αυτοκράτορας όμως παρόλο που το "ελάττωμα" του σοφού τον εκνεύριζε, τον κρατούσε κοντά του γιατί οι συμβουλές και η σοφία του, τού ήταν πολύ χρήσιμα και γι΄ αυτό το λόγο, τον έπαιρνε πάντα μαζί του, ειδικά όταν απομακρυνόταν από το παλάτι.

Μια βροχερή μέρα, ο αυτοκράτορας αποφάσισε να καλλωπιστεί και αφού τον έπλυναν οι γυναίκες της αυλής, ζήτησε από τον κουρέα να τον ξυρίσει και να του κάνει μανικιούρ.

Την ώρα όμως που ο κουρέας του έκοβε τα νύχια, ακούστηκε ένας κεραυνός τόσο δυνατός που ο αυτοκράτορας και ο κουρέας τρόμαξαν τόσο πολύ που ο κουρέας έκοψε το μικρό δαχτυλάκι του αυτοκράτορα... Κραυγές, πόνου και θυμού κυρίευσαν τον αυτοκράτορα που έπεσε πάνω στον κουρέα με μεγάλη οργή: "Γρήγορα στην φυλακή, ανάξιε, έκοψες το δάχτυλο του αυτοκράτορα, θα σαπίσεις μέσα στην φυλακή για τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής σου!" Τότε επενέβη ο σοφός γέρος και άρχισε πάλι να επαναλαμβάνει: "ότι σου συμβαίνει είναι για το καλό σου..., ότι σου συμβαίνει είναι για το καλό σου"...

Ο αυτοκράτορας γεμάτος οργή, φώναξε: "Φτάνει πια, με αυτές τις ανοησίες, σε βαρέθηκα όλα αυτά τα χρόνια και εσύ στην φυλακή, έτσι θα μπορείς ν' ακούς μόνος σου τις βλακείες σου μέχρι το τέλος της ζωής σου!"

Την επόμενη μέρα ο αυτοκράτορας, για να ξεθυμώσει και να χαλαρώσει, αποφάσισε να πάει κυνήγι στο δάσος, βέβαια μόνος του, μια και είχε φυλακίσει τον γέροντα σοφό που συνήθως τον ακολουθούσε παντού. Ενώ βρισκόταν στο δάσος, ξαφνικά τον περικύκλωσαν οι πολεμιστές-αιρετικοί της θεάς Κάλι, τον συνέλαβαν και ήταν πολύ ευτυχισμένοι που βρήκαν ένα θύμα για να το θυσιάσουν στην θεά τους. Ο αυτοκράτορας, φώναξε, ούρλιαξε, παρακάλεσε, αλλά τίποτα. Εκείνοι είχαν αποφασίσει να τον θυσιάσουν στη θεά Κάλι που ήταν η θεά του κακού και γιόρταζε εκείνη τη μέρα. Τον έντυσαν λοιπόν με το ειδικό ράσο, τον άλειψαν με το ιερό τους λάδι, τον έδεσαν στον βωμό και ενώ ο αρχηγός ήταν έτοιμος να του μπήξει το μαχαίρι στην καρδιά, είδε, με τρόμο, πως από το θύμα έλλειπε ένα μέλος- το μικρό του δαχτυλάκι, βρίζοντας και φτύνοντας τον έλυσε, γιατί δεν επιτρεπόταν να θυσιάσουν κάποιον που δεν ήταν αρτιμελής και έτσι τον άφησαν να φύγει...

Ακόμα ζαλισμένος, ο αυτοκράτορας γρήγορα έτρεξε στο παλάτι του και στο δρόμο κατάλαβε τι είχε γίνει,ο σοφός γέροντας είχε δίκιο και ευτυχώς που σε εκείνο το ατύχημα τού έκοψε ο κουρέας το δάχτυλο και έτσι σώθηκε η ζωή του. Τι σημασία είχε ένα δαχτυλάκι λιγότερο μπροστά στον κίνδυνο που είχε διατρέξει; Καλύτερα ζωντανός και με ένα δάχτυλο λιγότερο παρά νεκρός!

Φτάνοντας στο παλάτι ο αυτοκράτορας, πήγε αμέσως στις φυλακές και ελευθέρωσε τον κουρέα και μετά πήγε στον σοφό γέροντα, μπήκε στο κελί τον αγκάλιασε και του είπε: "Φίλε μου, συγχώρεσε με, για το κακό που σου έκανα, τι τυφλός που ήμουνα. Με συνέλαβαν οι αιρετικοί της θεάς Κάλι και ενώ ήταν έτοιμοι να με θυσιάσουν, είδαν πως μου έλειπε το μικρό μου δαχτυλάκι και με άφησαν να φύγω, είχες δίκιο φίλε μου, "ότι μας συμβαίνει είναι για το καλό μας!" Συγχώρεσε με φίλε μου, θα είσαι πάντοτε κοντά μου και όλο το βασίλειο σου ανήκει...

Αλλά τώρα πες μου σε παρακαλώ πολύ, εσύ, που σε έβαλα φυλακή, "που είναι το καλό που συνέβηκε σε σένα;" Με ηρεμία ο γέροντας κοίταξε τον αυτοκράτορα και του απάντησε: "Βλέπετε εξοχότατε, εάν δεν με είχατε φυλακίσει θα σας είχα συνοδέψει, όπως πάντα, στο κυνήγι σας στο δάσος και σε εμένα δεν λείπει κανένα δάχτυλο...! "Ότι μας συμβαίνει είναι για το καλό μας".

Πηγή: ainafetst

Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2015

Ούτε το κάστρο ούτε ο ωκεανός σου ανήκει





Κάποτε ένα μικρό αγόρι, γονατιστό μάζευε την άμμο με ένα πλαστικό φτυαράκι και την έβαζε μέσα σε ένα μπλε φανταχτερό κουβά. Μετά γύριζε ανάποδα τον κουβά και τον σήκωνε σιγά σιγά. Προς μεγάλη χαρά του μικρού αρχιτέκτονα το αποτέλεσμα ήταν ένας μικρός πύργος.

Εργαζόταν όλο το απόγευμα, χτίζοντας τείχη, πολεμίστρες, γέφυρες. Στο τέλος είχε κατασκευάσει ένα πανέμορφο κάστρο.
Μεταφερόμαστε σε μια μεγάλη πόλη με πολυσύχναστους δρόμου και κίνηση. Ένας άνδρας κάθεται στο γραφείο του. Ανακατεύει χαρτιά επάνω στο γραφείο του τα τακτοποιεί και τα χωρίζει σε εργασίες. Έχει το ακουστικό στον ώμο και όλη μέρα πατά τα πλήκτρα στο πληκτρολόγιο. Νούμερα ξεπηδούν από παντού και συμβόλαια υπογράφονται και για μεγάλη ικανοποίηση του άνδρα, δημιουργούνται κέρδη.
Όλη του τη ζωή θα εργάζεται. Τακτοποιώντας τα πλάνα. Προβλέποντας το μέλλον. Οι υποχρεώσεις θα είναι οι πύργοι. Το κεφάλαιο θα είναι οι γέφυρες. Μια ολόκληρη αυτοκρατορία θα κτιστεί.

Δύο κτίστες δύο κάστρων. Έχουν πολλά κοινά. Σχηματοποιούν κομμάτια σε έργα. Από το τίποτα δημιουργούν κάτι. Είναι επιμελείς και αποφασιστικοί.
Όμως ακριβώς εκεί τελειώνουν και οι ομοιότητες. Το αγόρι βλέπει το έργο ολοκληρωμένο ενώ ο άνδρας το αγνοεί.
Καθώς πλησίαζε η πλημμύρα, το σοφό αγόρι σηκώθηκε όρθιο και άρχισε να χειροκροτεί. Δεν υπήρχε λύπη. Δεν υπήρχε φόβος. Δεν υπήρχε μετάνοια. Γνώριζε ότι αυτό θα συμβεί. Δεν εξεπλάγη. Κάθε φορά που το μεγάλο κύμα έσκαγε επάνω στο κάστρο και η θάλασσα απορροφούσε το έργο τέχνης, χαμογελούσε. Έπειτα, μάζεψε τα εργαλεία, έπιασε  το χέρι του πατέρα του και πήγε στο σπίτι.

Από την άλλη ο άνθρωπος στο γραφείο, δεν είναι τόσο σοφός. Καθώς τα κύματα των ετών καταστρέφουν το κάστρο του, τρομοκρατείται. Σκύβει επάνω από το αμμώδες μνημείο για να το προστατέψει. Σταματά τα κύματα χτίζοντας αγωνιωδώς τείχη γύρω από το κάστρο του.
Μουσκεμένος από τις δυσκολίες και τρέμοντας σέρνεται στην ερχόμενη παλίρροια φωνάζοντας  “Όχι στο δικό μου Κάστρο”
 Ο ωκεανός όμως δεν απαντά. Τον αψηφά και συνεχίζει…
Και οι δύο γνωρίζουν πολύ καλά σε ποιόν ανήκει η άμμος…
Δεν γνωρίζω πολλά από τα κάστρα της άμμου. Αλλά τα παιδιά γνωρίζουν. Παρακολούθησε τα και θα μάθεις. Συνέχισε να χτίζεις, αλλά να το κάνεις με την καρδιά μικρού παιδιού. Όταν ο ήλιος θα δύσει και θα πάρει το κάστρο να χειροκροτείς.
Καλοδέξου την διαδικασία της ζωής και πήγαινε σπίτι.

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

Πόσο εύκολα παίρνουμε τη ζωή για δεδομένη





Ποσό εύκολα παίρνουμε τη ζωή για δεδομένη και πόσα γεγονότα και καταστάσεις τα θεωρούμε δεδομένα τόσο που έχουμε ξεχάσει ότι υπάρχουν. Όταν λέω ζωή εννοώ κάθε μικρό και μεγάλο κομμάτι της. Από το ότι αναπνέουμε -που δεν είναι δεδομένο- μέχρι το ότι προσπαθούμε να ελέγξουμε την πορεία της -πόσο αστείο- αποδεικνύεται ότι είναι κομμάτι της ύπαρξης μας η στάση αυτή. Σίγουρα η καθημερινότητα μας θα ήταν πιο χαρούμενη, ουσιαστικότερη και πιο γεμάτη αν δεν παίρναμε τίποτα σαν δεδομένο και διαθέταμε περισσότερη επίγνωση.



Θα γιορτάζαμε κάθε μέρα για το ότι ξυπνήσαμε και είμαστε ζωντανοί. Θα κοιτούσαμε τους ανθρώπους με αχόρταγη βιάση να γεμίσουμε από αυτούς, θα τους πλησιάζαμε χωρίς ντροπές και αναβολές. Θα ήταν όλα αμεσότερα, αληθινότερα! Θα αγκαλιάζαμε τους αγαπημένους μας χαιρετώντας τους και αποχαιρετώντας τους κάθε μέρα.

Και κάθε μέρα θα ήταν μια μικρή γιορτή που κερδίσαμε και έχουμε να την ζήσουμε για λίγο ακόμα. Αν θέλουμε να δούμε πόσο σημαντικό είναι να αναπνέουμε π.χ. το αντιλαμβανόμαστε αν με κάποιον τρόπο δυσκολευτούμε να αναπνέουμε. Αν προσωρινά χάσουμε, έστω και κατ ελάχιστο, αυτό που λανθασμένα θεωρούμε δεδομένο.

Δεν θα ζούσαμε προσπαθώντας να προβλέψουμε ή να ελέγξουμε το μέλλον γιατί πολύ απλά θα δημιουργούσαμε το καλύτερο δυνατό παρόν- το μόνο που διαθέτουμε ως σχετικά βέβαιο. Δεν θα μας άγχωναν ούτε θα μας πλήγωναν οι καταστάσεις και οι γύρω μας γιατί κάθε μέρα θα ήταν ευκαιρία για αγάπη και δημιουργία. Ποσό ουτοπικό αλλά ποσό πολύ θα άγγιζε την ουσία της ύπαρξης μας.

Τί πιο μαγικό από το να ζεις το τώρα χωρίς να υπάρχει τίποτα άλλο στο μυαλό σου; Χωρίς αναστολές και αναβολές. Θα βλέπαμε τον κόσμο τόσο διαφορετικά. Θα αγαπούσαμε τα πάντα. Από το κρεβάτι μας μέχρι και τα αντικείμενα του σπιτιού μας, το φαγητό, τα λουλούδια, τους ανθρώπους γνωστούς και αγνώστους και η καρδιά μας θα ήταν ένα ανοιχτό τετράδιο έτοιμο να γεμίσει τις σελίδες του.



Κι αντί γι αυτό εμείς τι κάνουμε; Γεμίζουμε την αβέβαιη ύπαρξη μας πιστώνοντας τα μέσα σε βάθος χρόνου που φυσικά και δεν μπορούμε να προβλέψουμε. Γιατί; Γιατί να έχει τόσο πολύ μεγάλη σημασία το ανύπαρκτο μέλλον, μεγαλύτερη από το βέβαιο -έστω και φαινομενικά-παρών; Υπάρχει απάντηση αν ανατρέξουμε στο Εγώ, το μόνο που νοιάζεται για τέτοιες ασημαντότητες.

Να επενδύσεις στο μέλλον, να προσπαθήσεις για να απολαύσεις στο μέλλον, να προσέχεις για να μην δειχτείς τις συνέπειες στο μέλλον, να κάνεις υπομονή και θα αποζημιωθείς στο μέλλον… και στο παρόν; Γιατί το παρόν, που είναι ότι πιο βέβαιο έχουμε, πρέπει να μένει ἠ να περιμένει το μέλλον για να γίνει αρκετά κάλο, ουσιαστικό ή σημαντικό, ειδικά όταν το μέλλον δεν έρχεται ποτέ;

Υπάρχει απάντηση αν ανατρέξουμε στο Εγώ, το μόνο που νοιάζεται για τέτοιες ασημαντότητες, το μόνο που το απασχολούν παράλογα και εξωφρενικά πράγματα για να νοιώθει υπαρκτό, ενώ γνωρίζει πως είναι ανύπαρκτο. Το μόνο που κάνουμε εμείς με αυταπάρνηση είναι να το ταΐζουμε σαν κάτι σημαντικό.

Μια κλασική φράση που ακούμε συχνά και ταυτόχρονα την ξεχνάμε, ότι δηλαδή «ζήσε το σήμερα σαν να μην υπάρχει το αύριο» είναι η πιο σοφή συμβουλή που θα μπορούσα να σκεφτώ. Μην περιμένεις το αύριο για να ζήσεις, μην περιμένεις το αύριο για να κάνεις αυτό που θέλεις, για να αγαπήσεις, για να δημιουργήσεις, για να πλησιάσεις τις επιθυμίες σου, για να δεις τα λάθη σου, για να τα διορθώσεις, για να πληγωθείς, να πονέσεις, να αγαπήσεις, να ζητήσεις, να ζήσεις, μην το περιμένεις γιατί το αύριο μπορεί να μην έρθει ποτέ ή μπορεί να έρθει μεθαύριο.

Μην σπαταλάς ζωή σου σήμερα, περιμένοντας το αύριο, επίσης μην περιμένεις τις συγκυρίες να έρθουν στην πόρτα σου, δεν θα έρθουν ποτέ μόνες τους αν δεν τις προκαλέσεις, αν δεν τις γνωρίσεις, αν δεν τις ζήσεις σήμερα !

Είσαι ηττημένος από το εγώ, όταν πιστεύεις τον πολιτικό, τα νομοσχέδια του πολιτικάντη, τον παπά, τις γραφές του παπά, τον γκουρού της κάθε παλαβομάρας που σου λέει το ένα ή το άλλο. Είσαι ηττημένος κάθε φορά που ικετεύεις, προσεύχεσαι, εκλιπαρείς, ζητάς, περιμένεις, από οποιονδήποτε το οτιδήποτε.

Είσαι ηττημένος όταν αντί να ΓΝΩΡΙΖΕΙΣ τι να κάνεις με την ζωή σου, εσύ ΠΙΣΤΕΥΕΙΣ πως κάτι θα γίνει με την ζωή σου. Η απόσταση ανάμεσα στο ΝΑ και στο ΘΑ είναι τόσο μεγάλη που τις χωρίζει απεραντοσύνη. Όταν (κι αν) μάθεις αυτήν την τεράστια διαφορά των λέξεων, εκμηδενίσεις την απεραντοσύνη που τις χωρίζει, τότε μπορείς να είναι ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ εσύ και μόνον ΕΣΥ, της ζωής σου. Είσαι κερδισμένος όταν έχεις την ΕΥΘΥΝΗ της ζωής σου, ΕΣΥ και δεν σε επηρεάζει τίποτε και κανένας.

Δεν είσαι μόνος σου, το έχουν κάνει χιλιάδες άνθρωποι και δεν δίνουν δεκάρα για την κρίση τους, τις αυξήσεις τους την κατάντια τους. Επικοινώνησε να βρεις τρόπους να ΚΟΨΕΙΣ την γόρδιο δεσμό της κρίσης και ανέλαβε ΕΥΘΥΝΗ.

Βρες τρόπο δηλαδή να μην τους έχεις ανάγκη, αυτό είναι το πρώτο βήμα στο μονοπάτι της Ευθύνης της ζωής σου, υπάρχουν δεκάδες τρόποι αλλά δεν θα στους πει κανένας, μονος σου πρεπει να τους βρεις. Κάνε μότο της ζωής σου τον ακόλουθο αφορισμό, όταν τον σκεφτείς και τον εφαρμόσεις τότε το χάσμα ανάμεσα στο Να και στο Θα αρχίζει να μικραίνει, φρόντισε να το εξαφανίσεις.

Μην επιτρέπεις να σε επηρεάσει αυτό που δεν μπορείς να επηρεάσεις.
και Ζήσε Αναλόγως !

Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2015

Το προξενιό του σπουργίτη







Συνηθισμένος από πάντα να ζει σε μιαν αυτάρεσκη μοναξιά , άρχισε τώρα να ονειρεύεται τη μαγεία της ομορφιάς του να δοθεί κι αυτός στους άλλους. Άρχισε επίσης να καταλαβαίνει πράγματα, όπως την ανωτερότητα αυτού που λέμε θυσία. Η αίσθηση της ίδιας του της μικρότητας του έδωσε ικανοποίηση. Ένας σπόρος που προορισμός του ήταν να μεταφέρει από το παρελθόν στο μέλλον την οικογένεια του ανθρώπινου είδους. Του άρεσε ακόμα και η ιδέα πως αυτό που ονομάζουμε ανθρώπινο είδος, μαζί με τα διάφορα ορυκτά και φυτά , δεν ήταν τίποτε παραπάνω από μια μικρή κολόνα που υποστήριζε έναν μεγαλύτερο κόσμο που αιωρείται στο σύμπαν, η σκέψη πως η ύπαρξη του δεν ήταν πολυτιμότερη απ αυτή των άλλων ζώων ή φυτών.

«Εντάξει».

Η μεγάλη του εξαδέλφη έστριψε με γρηγοράδα ένα ασημένιο νόμισμα πάνω στη βάση του καθρέφτη. Ύστερα , ακινητοποιώντας το σταθερά κάτω απ΄την παλάμη της, τον κοίταξε μει μια έκφραση σοβαρότητας. Εκείνος βρήκε ένα μέρος στη νωχελική του καρδιά γι αυτό το άσπρο χέρι. Ύστερα το πρόσωπο του φωτίστηκε και είπε:

«Γράμματα»

«Γράμματα ε? Πρέπει όμως να αποφασίσεις από πριν. Αν είναι γράμματα θα την παντρευτείς ? Ή όχι?»

«Ας πούμε πως θα το κάνω»

«Α! Κορόνα είναι»

«A! ναι;»

«Τι ανούσια απάντηση είναι αυτή?»

Η εξαδέλφη του ξέσπασε σ ένα ηχηρό γέλιο. Πετώντας κάτω τη φωτογραφία της κοπέλας, σηκώθηκε και βγήκε απ΄το δωμάτιο. Ήταν μια γυναίκα που γελούσε πολύ. Το αργυρόηχο γέλιο της αντηχούσε για πολλή ώρα. Έκανε όλους τους άντρες που βρίσκονταν στο σπίτι να νιώθουν στ αυτιά τους μια παράξενη ζήλια.

Μαζεύοντας τη φωτογραφία από κάτω κοίταξε το κορίτσι. Σκέφτηκε πως αν μπορούσε κανείς να έχει έναν επαρκή βαθμό καλής θέλησης για κάποιον σύντροφο , στην Ιαπωνία θα πρέπει να υπήρχαν ακόμη πολλές κοπέλες που θα τον παντρευόντουσαν, εμπιστευόμενες τη μοίρα τους στον πατέρα ή τον μεγαλύτερό τους αδερφό.

«Αυτό είναι τελικά πιο όμορφο» σκέφτηκε. Αφυπνισμένος μπροστά σ έναν ευτελή εγωισμό , αυτό που του φαινόταν τώρα άσχημο ήταν ο σκεπτικιστής εαυτός του.

«Τελικά , αν καθίσεις να το καλοσκεφτείς, η επιλογή ενός συντρόφου για γάμο είναι σαν να τραβάς κλήρο, σαν να πρέπει να αποφασίσεις αν ένα νόμισμα θα ρθει κορόνα ή γράμματα» . Όταν η μεγάλη του εξαδέλφη του το χε πει αυτό, είχε κι ο ίδιος αισθανθεί μεγάλη ευχαρίστηση στην ιδέα να εμπιστευτεί τη μοίρα του στο νόμισμα κάτω από τη λευκή της παλάμη. Όταν όμως κατάλαβε ότι όλο αυτό δεν ξεπερνούσε από πλευράς της τα όρια ενός πειράγματος για τον ίδιο, γύρισε το βλέμμα του μελαγχολικά και το άφησε να πέσει στην μικρή λιμνούλα στην άκρη της βεράντας.

«Αν υπάρχει κάποια άλλη γυναίκα έξω απ αυτήν την κοπέλα που θα έπρεπε να γίνει σύζυγος μου , δείξε μου την αντανάκλαση του προσώπου της μες το νερό» παρακάλεσε τη λίμνη. Πίστευε πως οι άνθρωποι είχαν την ικανότητα να βλέπουν μέσα απ τον χρόνο και τον χώρο. Τόσο μοναχικός ήταν. Καθώς λοιπόν κοιτούσε απορροφημένος την επιφάνεια του νερού, μια μαύρη αιχμηρή πέτρα, σταλμένη απ΄ τον Θεό , μπήκε μπροστά στα μάτια του. Ήταν ένα ζευγάρι σπουργίτια που είχαν πέσει απ τη στέγη την ώρα που ζευγάρωναν. Φτερουγίζοντας στην επιφάνεια του νερού τα σπουργίτια χωρίστηκαν και πέταξαν το καθένα σε διαφορετική κατεύθυνση. Εκείνος κατανόησε αυτή τη θεϊκή αναλαμπή.

«Ώστε έτσι, λοιπόν» μουρμούρισε

Το κυματάκι στην επιφάνεια του νερού γαλήνεψε πάλι. Εκείνος συνέχισε να κοιτάζει με προσοχή τη μικρή τεχνητή λίμνη. Η καρδιά του έγινε ένας καθρέφτης ίδιος με την ήρεμη επιφάνεια του νερού. Τότε είδε εκεί μέσα καθαρό την αντανάκλαση της μορφής ενός σπουργίτη. Ο σπουργίτης τραγούδησε. Και έλεγε το τραγούδι αυτό:

«Εσύ βρίσκεσαι σε τέτοια σύγχυση που δεν θα μπορούσες να πιστέψεις, ακόμη κι αν σου δειχνα τη μορφή της γυναίκας που είναι να γίνει γυναίκα σου σ αυτό τον κόσμο. Γι αυτό θα σου δείξω τη μορφή της γυναίκας σου στον επόμενο κόσμο»

Εκείνος είπε στον σπουργίτη:

«Σπουργίτη, σ ευχαριστώ. Αν στην άλλη ζωή είναι να γεννηθώ σπουργίτης και να πάρω εσένα για γυναίκα μου , τότε θα παντρευτώ αυτή την κοπέλα. Ο άνθρωπος που έχει δει τη μοίρα του στην άλλη ζωή δεν θα χαθεί σ αυτήν εδώ. Η όμορφη και ανεκτίμητη γυναίκα που θα πάρω στον επόμενο κόσμο κανόνισε το γάμο μου σ αυτήν εδώ τη ζωή»

1926 - Γιασουνάρι Καουμπάτα «Ιστορίες της Παλάμης»

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2015

Χωρίς προσωπικότητα δεν υπάρχει αγάπη





Το δημοφιλές παραμύθι του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, Το Ασχημόπαπο, έχει ως ερμηνευτικό κλειδί για τον ενήλικο αναγνώστη την αναζήτηση του εαυτού.

Το ασχημόπαπο γεννιέται ανάμεσα σε άλλα παπάκια, όμως είναι διαφορετικό. Δεν το αναγνωρίζουν ως ίδιο με εκείνα και το απορρίπτουν. Προσπαθεί να τα κάνει να το αγαπήσουν, ελπίζει να γίνει σαν εκείνα, αλλά δε μπορεί, γιατί στο βάθος είναι διαφορετικό. Νιώθει κατώτερο και περιφρονημένο και πασχίζει να γίνει αποδεκτό. Αλλά, όσο το ασχημόπαπο δεν ανακαλύπτει την ταυτότητά του, δε βρίσκει την αγάπη -όσο δεν ανακαλύπτει πως είναι κύκνος και δεν αποδέχεται αυτό που είναι, δε μπορεί να αγαπήσει αληθινά, ούτε να αγαπηθεί.

Η αναζήτηση αποδοχής από το ασχημόπαπο ξεκινάει με κατεύθυνση προς τα έξω, καθώς προσπαθεί να ενταχθεί, θέλει να είναι κάτι που δεν είναι. Αλλά, στην περίπτωση του παραμυθιού, το ασχημόπαπο δεν ξεγελάει με τη θέλησή του, απλώς βρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση χωρίς να ξέρει το γιατί. Πρέπει να ξεκινήσει μια πορεία που θα το οδηγήσει να ανακαλύψει ποιο είναι, και αυτό θα του επιτρέψει να βρει την αγάπη των άλλων.

Πολλοί άνθρωποι προσπαθούν να δείχνουν κάτι που δεν είναι, είτε γιατί νομίζουν πως αυτό θέλουν οι άλλοι είτε γιατί δεν τους αρέσει το πώς είναι. Είναι εξαρτημένοι από τη γνώμη των άλλων και χρειάζονται απελπισμένα την επιδοκιμασία τους.

Όμως, η αληθινή αγάπη δε γεννιέται από τη στέρηση, με το να περιμένουμε να καλύψει ο άλλος τα εσωτερικά μας κενά ή να μας πει τι πρέπει να κάνουμε. Αγαπάμε κάτι αληθινά, μόνο αποδεχόμενοι αυτό που είναι. 

Μόνο αν αποδεχτούμε τον εαυτό μας όπως είναι, συμπεριλαμβανομένων των πληγών μας, θα μπορέσουμε να είμαστε κύριοι της ζωής μας. Και γι’ αυτό πρέπει πρώτα να γνωρίσουμε τον εαυτό μας. Κι έτσι, οι άλλοι θα μπορέσουν να αγαπήσουν το πρόσωπο που πραγματικά είμαστε και όχι ένα προσωπείο που έχουμε δημιουργήσει.

Ένα γνωστό τάνγκο με στίχους του Κάρλος Αντρές Μπαρ λέει: «Δε θα μπορέσω να γίνω καλύτερος, αν και το θέλεις αφού με παροτρύνεις ν’ αλλάξω, δε θα μπορέσω να γίνω καλύτερος, αν και το θέλω, και για τη δική σου αγάπη και για τη δική μου. Αγάπα με όπως είμαι, με την αγάπη μου και τα πιστεύω μου, αγάπα με όπως είμαι, με την ενοχή μου και τη μνησικακία μου, μην περιμένεις από μένα, για να μ’ αγαπήσεις, να πάψω να είμαι εγώ».

Description: Gustave Courbet - 1844 - Οι ευτυχισμένοι εραστές

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2015

Η ψυχή μου μου μίλησε





Η ψυχή μου μου μίλησε και μου -δίδαξε -ν’ αγαπώ εκείνους πού οι άνθρωποι μισούν και να είμαι φίλος μ’ εκείνους πού οι άνθρωποι περιφρονούν.
Η ψυχή μου μου φανέρωσε ότι ή αγάπη εκδηλώνεται όχι μονάχα στο πρόσωπο πού αγαπά, άλλα και στο πρόσωπο πού αγαπιέται.
Πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, ή αγάπη ήταν στην καρδιά μου σα μια λεπτή κλωστή πιασμένη από δυο πασσάλους.
Άλλα τώρα ή αγάπη έγινε ένας φωτεινός κύκλος πού αρχή του είναι το τέλος του, και το τέλος του ή αρχή του. Περιβάλλει καθετί πού υπάρχει κι απλώνεται σιγά σιγά για ν’ αγκαλιάσει όλα όσα θα υπάρξουν.
Η ψυχή μου με συμβούλεψε και μ’ έμαθε να διακρίνω την κρυμμένη ομορφιά του δέρματος, τού παραστήματος, και, του χρώματος. Με δίδαξε να στοχάζομαι εκείνο πού οι άνθρωποι ονομάζουν άσχημο μέχρι ν’ ανακαλύψω την αληθινή του γοητεία κι ομορφιά.
Πριν ή ψυχή μου με διδάξει, έβλεπα την ομορφιά σαν ένα τρεμάμενο πυρσό ανάμεσα σε στήλες καπνού. Τώρα πού ό καπνός έχει διαλυθεί, δε βλέπω τίποτε’ άλλο από τη φλόγα.
Η ψυχή μου μου μίλησε και μου δίδαξε ν’ ακούω τις φωνές πού ή γλώσσα, ό λάρυγγας και τα χείλη δεν μπορούν να προφέρουν.
Πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, δεν άκουγα παρά θόρυβο και θρήνους. ’Αλλά τώρα πρόθυμα παραστέκομαι στη Σιωπή κι αφουγκράζομαι τις χορωδίες της πού τραγουδούν τους ύμνους των εποχών και τα τραγούδια του σύμπαντος που αναγγέλλουν τα μυστικά του ’Αόρατου.

Η ψυχή μου μου μίλησε και μ’ έμαθε να πίνω το κρασί που δεν μπορεί να βγει από το πατήρι και δεν μπορεί να χυθεί από κούπες πού τα χέρια μπορούν να σηκώσουν ή τα χείλη ν’ αγγίξουν.
Πριν η ψυχή μου μου μιλήσει, ή δίψα μου ήταν σα μια σβησμένη σπίθα κρυμμένη κάτω από τη στάχτη πού μπορεί να σβήσει με μια γουλιά νερό.
Αλλά τώρα η λαχτάρα μου έγινε ή κούπα μου, το αίσθημα της αγάπης το κρασί μου, κι η μοναξιά μου ή μέθη μου κι ωστόσο σ αυτή την άσβεστη δίψα υπάρχει αιώνια χαρά.
Η ψυχή μου μου μίλησε και με δίδαξε ν’ αγγίζω εκείνο πού δεν έχει ακόμα ενσαρκωθεί’ ή ψυχή μου μου αποκάλυψε πώς ότι αγγίζουμε, είναι μέρος της επιθυμίας μας.
’Αλλά τώρα τα δάχτυλά μου απλώθηκαν μέσα στην καταχνιά πού διαπέρνα αυτό πού είναι ορατό μέσα στο σύμπαν κι ανακατεύεται με το ’Αόρατο.
Η ψυχή μου μ’ έμαθε να εισπνέω το άρωμα πού δε βγαίνει από τη μυρτιά ή το θυμίαμα. Πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, λαχταρούσα την ευωδιά τού αρώματος στους κήπους, στα δοχεία ή στα θυμιατήρια.
Τώρα όμως μπορώ να οσφρανθώ το θυμίαμα πού δε βγαίνει για προσφορά ή για Θυσία. Και γεμίζω την καρδιά μου με την ευωδιά εκείνη πού δεν πέτα με τα φτερά της παιχνιδιάρας αύρας μέσα στο διάστημα.
Η ψυχή μου μου μίλησε και μ’ έμαθε να λέω, «είμαι έτοιμος» όταν με πλησιάζουν το ’Άγνωστο κι ο Κίνδυνος.
Πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, δεν απαντούσα σ’ άλλη φωνή έκτος από τη φωνή τη γνωστή πού με καλούσε, και δεν περπατούσα παρά το εύκολο και ίσιο 'μονοπάτι.
Τώρα το ’Άγνωστο έγινε άλογο που μπορώ ν’ ανεβώ για να φτάσω στο ’Άγνωστο' κι ό καμπίσιος δρόμος έγινε σκάλα πού την ανεβαίνω για να φτάσω στην κορυφή.
Η ψυχή μου μου μίλησε και μου είπε, «Μη μετράς το Χρόνο λέγοντας, Υπήρξε το χθες και θα υπάρξει το αύριο !»
Μα πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, φανταζόμουν το Παρελθόν σα μια εποχή πού ποτέ δεν ξαναγύριζε και το Μέλλον σα μια εποχή πού ποτέ δεν μπορούσα να τη φτάσω.
Τώρα καταλαβαίνω ότι ή τωρινή στιγμή περιέχει όλο το χρόνο, και μέσα σ’ αυτήν υπάρχουν όλα όσα μπορεί να ελπίζει κανένας, να κάνει και ν’ αντιληφθεί.
Η ψυχή μου μου μίλησε και με προέτρεψε να μην περιορίζω το διάστημα λέγοντας, «’Εδώ, εκεί και πέρα».
Πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, ένιωθα ότι όπου κι αν βρισκόμουν' ήμουν μακριά από κάθε άλλο μέρος.
Τώρα καταλαβαίνω ότι όπου κι αν βρίσκομαι, το μέρος αυτό περιέχει όλα τα μέρη' κι ή απόσταση πού περπατώ αγκαλιάζει όλες τις αποστάσεις.
Η ψυχή μου με δίδαξε και με συμβούλεψε να μένω ξύπνιος όταν οι άλλοι κοιμούνται. Και να παραδίνομαι στον ύπνο όταν οι άλλοι βρίσκονται σε δράση.
Πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, δεν έβλεπα τα όνειρα τους στον ύπνο μου, ούτε κείνοι παρατηρούσαν τ’ όραμα μου.
Τώρα ποτέ δεν ταξιδεύω μέσα στο καράβι των ονείρων μου έκτος αν με παρατηρούν, κι εκείνοι ποτέ δεν πετούν στον ουρανό του δράματος τους έκτος αν εγώ χαίρομαι την Ελευθερία τους.
Η ψυχή μου μου μίλησε και μου είπε, «Να μη χαίρεσαι. με τον έπαινο και να μη θλίβεσαι με την κατηγορία».
Πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, αμφέβαλα για την αξία του έργου μου.
Τώρα καταλαβαίνω ότι τα δέντρα ανθίζουν την άνοιξη και καρπίζουν το καλοκαίρι χωρίς ν’ αναζητούν τον έπαινο' και ρίχνουν τα φύλλα τους το φθινόπωρο και γυμνώνονται το χειμώνα χωρίς να φοβούνται την κατηγορία.

Η ψυχή μου μου μίλησε και μου έδειξε ότι δεν είμαι μεγαλύτερος από έναν πυγμαίο, ούτε μικρότερος από ένα γίγαντα.
Πριν ή ψυχή μου μου μιλήσει, έβλεπα τους ανθρώπους σε δυο κατηγορίες' τον αδύνατο, πού τον λυπόμουν και τον δυνατό, πού τον ακολουθούσα ή πού του αντιστεκόμουν παλικαρίσια.
’Αλλά τώρα έμαθα ότι είμαι όπως είναι κι οι δύο αυτοί, κι αποτελούμαι από τα ίδια στοιχεία. Ή προέλευσή μου είναι ή δική τους προέλευση, ή συνείδησή μου είναι ή δική τους συνείδηση, ή ευχαρίστησή μου είναι ή δική τους ευχαρίστηση, και το προσκύνημα μου, το δικό τους προσκύνημα.
“Αν αυτοί αμαρτάνουν, είμαι κι εγώ αμαρτωλός. “Αν πράττουν καλά, καμαρώνω για την καλή τους πράξη. “Αν ανυψώνονται, ανυψώνομαι κι εγώ μαζί, αν μένουν αδρανείς, συμμετέχω κι εγώ στην αδράνεια τους.
Η ψυχή μου μου μίλησε και μου είπε, «Το φανάρι πού κουβαλάς δεν είναι δικό σου, και το τραγούδι πού τραγουδάς δε γεννήθηκε μέσα στην καρδιά σου, γιατί κι αν κουβαλάς το φως, δεν είσαι εσύ το φως, κι αν είσαι το λαγούτο με τις τεντωμένες χορδές, δεν είσαι εσύ ό παίχτης του οργάνου.
Η ψυχή μου μου μίλησε, σαν αδερφός μου, και μου Έμαθε πολλά. Κι ή ψυχή σου μίλησε σε σένα και σ’ έμαθε το ίδιο πολλά. Γιατί εσύ κι εγώ είμαστε ένα, και δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα μας, εκτός ότι. εγώ βιάζομαι να φανερώσω αυτά που είναι μέσα στον εσωτερικό μου κόσμο, ενώ εσύ φυλάς σαν μυστικό αυτό που βρίσκεται εντός σου. ’Αλλά στη μυστικότητά σου αυτή υπάρχει αρετή.

Χαλίλ Γκιμπράν

Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου 2015

Τα μάτια


Αποτέλεσμα εικόνας για ματια





Συναντάς χιλιάδες μάτια. 
Μερικά σε κοιτάζουν αφ’υψηλού.
Άλλα περιμένουν κάτι από σένα. Καμιά φορά να τους δείξεις το δρόμο… Καμιά φορά κοιτάζουν για να δουν θέατρο… καμιά φορά μήπως και μπουρδουκλωθείς… 
Μερικά σε βλέπουν καλός, άλλα κακός.
Μερικά δεν σε βλέπουν με καλό μάτι… άλλα δεν θέλουν να σε δουν καν. Καθόλου. Δειλά, η μήπως αλαζονικά…
Δεν ένιωσες ποτέ να σε γδύνουν με τα μάτια; Η… να σε ματιάζουν;
Σίγουρα ναι… το ένιωσες.
Είναι και άλλα μάτια που τα έχεις κάνει να τρεμοπαίζουν από αγάπη… είναι μάτια που έκανες να δακρύζουν, άθελα σου…
Είναι και άλλα εκατομμύρια μάτια που δεν σε είδαν ποτέ… 
Είναι και αυτά τα μάτια που σου χαμογελάνε από την πρώτη κιόλας στιγμή που σε είδαν. Αυτά που λάμπουν όταν συναντάνε τα δικά σου… Αυτά που σου μιλάνε χωρίς να πουν λέξη. Αυτά που τα καταλαβαίνεις με την πρώτη ματιά. Αυτά που γεννήθηκαν για να κοιτάζουν μέσα στην ψυχή σου.
Είδες λοιπόν, ότι δεν έχει νόημα να απογοητεύεσαι και να σκέπτεσαι αυτούς που σε κοιτάζουν με κακό μάτι… έτσι και αλλιώς ο κόσμος είναι γεμάτος με τέτοια μάτια…
Διότι υπάρχουν και αυτά τα μάτια που τα περίμενες μια ζωή…

Διότι αυτά τα μοναδικά μάτια που λάμπουν όταν σε βλέπουν και κάνουν τα δικά σου να χαμογελάνε, είναι ολόκληρος ο κόσμος σου!

 KΑΡΜΕΝ ΓΛΙΓΛΗ