Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου 2017

Ο πετυχημένος σκουπιδιάρης





Κάποτε, ήταν ένας φιλόδοξος, νέος δημοσιογράφος που μόλις αποφοίτησε από τη σχολή δημοσιογραφίας, δούλευε άμισθος και υπό δοκιμή σε κάποια μεγάλη εφημερίδα. Ήταν παραμονές πρωτοχρονιάς και έπρεπε να κάνει μια έρευνα από πόρτα σε πόρτα.
«Γεια σας. Λέγομαι Γιάννης… και κάνουμε μια έρευνα σ’ αυτήν τη συνοικία…»
«Δεν ενδιαφέρομαι! Γεια σας!»… δυνατό κλείσιμο της πόρτας και κλείδωμα.
Αρκετές εκατοντάδες πόρτες ήταν κλειστές για την έρευνα του φίλου μας, ώσπου δεν άντεξε και στην τελευταία γυναίκα που του άνοιξε της είπε, «Πριν μου κλείσετε κατάμουτρα την πόρτα, δεν πουλάω τίποτα, το μόνο που θέλω είναι να σας κάνω μερικές ερωτήσεις για σας και την κοινότητα».
Η νεαρή γυνάικα που ήταν μέσα, έκανε μια παύση για λίγο, ύψωσε τα φρύδια της σηκώνοντας τους ώμους της με απορία, μπερδεμένη από την εισαγωγή του.
«Βέβαια. Περάστε. Μη δίνετε σημασία στην ακαταστασία. Είναι δύσκολο με τα παιδιά».
Ήταν ένα παλιό διαμέρισμα σε μια υποβαθμισμένη γειτονιά όπου μπορούσαν να βρουν κατάλυμα αυτοί που είχαν πενιχρό εισόδημα. Με τα λίγα που είχαν, το σπίτι έμοιαζε άνετο και φιλόξενο.
«Χρειάζομαι μόνο να σας κάνω μερικές ερωτήσεις για σας και την οικογένειά σας. Αν και ακούγεται προσωπικό, δεν χρειάζεται να χρησιμοποιήσω τα ονόματά σας. Αυτές οι πληροφορίες θα χρησιμοποιηθούν…»
Η γυναίκα τον διέκοψε. «Θα θέλατε ένα καφέ; Φαίνεται ότι είχατε δύσκολη μέρα».
Μόλις επέστρεψε με τον καφέ, ένας άνδρας ήρθε στην εξώπορτα. Ήταν ο σύζυγός της.
«Νίκο, ο κύριος ήρθε για να κάνει μια έρευνα».
Ο δημοσιογράφος σηκώθηκε και συστήθηκε ευγενικά. Ο Νίκος ήταν ψηλός και αδύνατος, με πρόσωπο τραχύ και γερασμένο, αν και πρέπει να ήταν γύρω στα είκοσι με είκοσι πέντε. Τα χέρια του ήταν άγρια, όπως εκείνα που γίνονται από τη σκληρή δουλειά, όχι απ’ τα μολύβια. Η γυναίκα έγειρε και τον φίλησε απαλά στο μάγουλο. Καθώς κοιτούσε ο ένας τον άλλον, μπορούσες να διακρίνεις την αγάπη που τους ένωνε. Χαμογέλασε και ακούμπησε το κεφάλι της στον ώμο του. Εκείνος άγγιξε το πρόσωπό της με τα χέρια του και της είπε απαλά: «Σ’ αγαπώ». Ίσως να μην είχα υλικό πλούτο αλλά αυτοί οι δύο ήταν πιο πλούσιοι από τους περισσότερους που ο φίλος μας είχε γνωρίσει. Είχαν μια αγάπη δυνατή. Την αγάπη εκείνη που κρατάει το κεφάλι σου ψηλά, όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά.
«Ο Νίκος δουλεύει στον δήμο», είπε αυτή. «Μαζεύει τα σκουπίδια. Ξέρετε, είμαι τόσο περήφανη γι’ αυτόν!»
«Γλυκιά μου, είμαι σίγουρος ότι τον κύριο δεν τον ενδιαφέρει αυτό», είπε ο Νίκος.
«Όχι, πραγματικά με ενδιαφέρει», αποκρίθηκε ο δημοσιογράφος.
«Βλέπετε κύριε, ο Νίκος είναι ο καλύτερος σκουπιδιάρης στον δήμο! Μπορεί να φορτώσει περισσότερα σκουπίδια στο φορτηγό από οποιονδήποτε άλλο. Μπορεί να βάλει τόσα πολλά στο φορτηγό που δεν χρειάζεται να προσπαθήσουν πολλή ώρα», είπε η γυναίκα με πολύ πάθος.
«Μακροπρόθεσμα», συνέχισε ο Νίκος, «κάνω οικονομία και στα χρήματα του δήμου. Οι εργατοώρες είναι λιγότερες και το κόστος ανά φορτηγό λιγότερο».
Επικράτησε ησυχία. Ο νεαρός δεν ήξερε τι να πει. Κούνησε το κεφάλι του, μάταια αναζητώντας τις κατάλληλες λέξεις.
«Είναι απίστευτο! Οι περισσότεροι θα βαρυγκωμούσαν με μια δουλειά σαν κι αυτή. Σίγουρα είναι δύσκολη. Αλλά η στάση σας απέναντί της είναι εκπληκτική!» είπε.
Η γυναίκα προχώρησε στο ράφι δίπλα στον καναπέ. Γυρίζοντας κρατούσε στα χέρια της ένα μικρό κάδρο και άρχισε πάλι να μιλά:
«Όταν κάναμε το τρίτο μας παιδί, ο Νίκος έχασε τη δουλειά του. Ήμασταν άνεργοι για κάμποσο και τελικά μπήκαμε στο ταμείο ανεργίας. Δεν μπορούσε να βρει δουλειά πουθενά. Τότε μια μέρα τον έστειλαν σε μια συνέντευξη εδώ σ’ αυτήν την κοινότητα. Του πρόσφεραν τη δουλειά που κάνει τώρα. Γύρισε στο σπίτι θλιμμένος και ντροπιασμένος. Μου είπε ότι ήταν το καλύτερο που μπορούσε να κάνει. Στην πραγματικότητα θα του έδιναν λιγότερα απ’ ότι έπαιρνε απ’ το ταμείο ανεργίας».
Σταμάτησε για λίγο, πλησίασε τον Νίκο και είπε:
«Πάντα ήμουν περήφανη γι’ αυτόν και πάντα θα είμαι. Βλέπεις, δεν νομίζω ότι η δουλειά κάνει τον άνθρωπο. Πιστεύω ότι ο άνθρωπος κάνει τη δουλειά!»
«Έπρεπε να ζούμε στον δήμο για να πάρω τη δουλειά. Γι’ αυτό το νοικιάσαμε αυτό το σπίτι», είπε ο Νίκος.
«Όταν μετακομίσαμε, αυτό το απόφθεγμα κρεμόταν στον τοίχο δίπλα απ’ την εξώπορτα. Αυτό μας έκανε να δούμε τα πράγματα διαφορετικά. Ήξερα πως ο Νίκος έκανε το σωστό¨, είπε καθώς του έδινε ένα κάδρο.
Αυτό έγραφε: Αν κάποιος πρόκειται να γίνει οδοκαθαριστής, θα πρέπει να σκουπίζει τους δρόμους όπως ακριβώς ζωγράφιζε ο Μιχαήλ Άγγελος, ή όπως συνέθετε μουσική ο Μπετόβεν ή όπως έγραφε ποίηση ο Σαίξπηρ. Θα πρέπει να καθαρίζει τους δρόμους τόσο καλά ώστε όλοι οι κάτοικοι του ουρανού και της γης να σταματήσουν και να πουν: «Εδώ έζησε ένας σπουδαίος οδοκαθαριστής που έκανε καλά τη δουλειά του!» (Martin Luther King)

«Τον αγαπώ γι’ αυτό που είναι. Αλλά αυτό που κάνει το κάνει με τον καλύτερο τρόπο. Αγαπώ τον σκουπιδιάρη μου!»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου