Τρίτη 18 Ιουλίου 2017

Μια διαφορετική επανάσταση





Μια φορά κι έναν καιρό, κάποιος ονειρεύτηκε ότι τα χέρια του , τα πόδια του, το στόμα του και το μυαλό του, όλα μαζί άρχισαν να επαναστατούν ενάντια στο στομάχι του.
«Είσαι ένας άχρηστος τεμπέλης!» είπαν τα χέρια. «Όλη μέρα δουλεύουμε, πριονίζουμε και σφυροκοπούμε, σηκώνουμε και κουβαλούμε. Όταν βραδιάσει έχουμε γεμίσει όλο γδαρσίματα και ουλές, οι κλειδώσεις μας πονάνε, κι είμαστε γεμάτα βρώμα, την ώρα που του λόγου σου κάθεσαι και χωνεύεις όλο το φαϊ!»
«Συμφωνούμε!», φώναξαν τα πόδια. «Σκέψου πόσο υποφέρουμε, περπατώντας μπρος και πίσω όλη την ημέρα. Κι εσύ παραγεμίζεσαι, αχόρταγο γουρούνι και γίνεσαι όλο και πιο βαρύ που σε κουβαλάμε!»
«Σωστά τα λέτε!», γκρίνιαξε το στόμα. «Από πού νομίζεις ότι έρχεται όλη αυτή η τροφή που λατρεύεις; Εγώ πρέπει πρώτα να την μασήσω όλη και μόλις τελειώσω, έρχεσαι και την καταπίνεις ολόκληρη για πάρτι σου. Είναι δίκαιο αυτό;»
«Και τι γίνεται μ’ εμένα;» μίλησε το μυαλό. «Νομίζετε ότι είναι εύκολο να είμαι εδώ πάνω και να πρέπει να σκέφτομαι από πού θα έρθει το επόμενο γεύμα σου; Κι όμως δεν παίρνω τίποτε για τον κόπο μου!»
Και όλα τα μέλη και το όργανα του σώματος, το ένα μετά το άλλο, ένιωσαν τα παράπονά τους εναντίον του στομαχιού, το οποίο δεν έλεγε τίποτα.
Τέλος μίλησε το μυαλό, «Έχω μια ιδέα! Ας επαναστατήσουμε όλοι κατά της τεμπέλας κοιλιάς κι ας πάψουμε να δουλεύουμε για δαύτη!»
Όλα τα άλλα όργανα και μέλη συμφώνησαν, «Υπέροχη ιδέα! Τώρα θα σε μάθουμε, πόσο σημαντικά είμαστε, και ίσως αποφασίσεις να δουλέψεις και λιγάκι εσύ το ίδιο!»
Κι έτσι όλα σταμάτησαν να λειτουργούν. Τα χέρια αρνήθηκαν να σηκώνουν και να μεταφέρουν, και τα πόδια να βαδίζουν. Το στόμα υποσχέθηκε να πάψει να μασάει ή να καταπίνει ούτε μια μπουκιά. Και το μυαλό ορκίστηκε ότι δεν θα ξανάφερνε καμιά από τις λαμπρές του ιδέες. Στην αρχή το στομάχι μούγκρισε λίγο, όπως έκανε πάντοτε όταν πεινούσε, αλλά σε λίγη ώρα είχε ηρεμήσει. Μετά όμως, και προς μεγάλη έκπληξή του, ο κοιμισμένος άνθρωπος διαπίστωσε ότι δεν μπορεί να περπατήσει. Δεν μπορούσε να πιάσει κάτι με τα χέρια του, ούτε το στόμα του δεν μπορούσε ν’ ανοίξει. Άρχισε τότε να νιώθει άρρωστος.
Το όνειρο έδειχνε να διαρκεί αρκετές ημέρες. Καθώς περνούσαν οι μέρες, ο άνθρωπος ένιωθε όλο και χειρότερα και άρχισε να σκέφτεται «Καλά θα κάνει αυτή η επανάσταση να μην κρατήσει για πολύ ακόμα γιατί θα πεθάνω από πείνα!»
Στο μεταξύ τα χέρια, τα πόδια, το στόμα και το μυαλό έμεναν άχρηστα και όλο και περισσότερο εξασθενούσαν. Στην αρχή ξεσηκώνονταν λίγο, για να βρίσουν το στομάχι αλλά σε λίγο καιρό δεν είχαν κουράγιο ούτε γι’ αυτό.
Κάποτε τέλος ο άνθρωπος άκουσε μια ασθενική φωνή να έρχεται από την κατεύθυνση των ποδιών του και να λέει: «Δεν αποκλείεται να είχαμε κάνει λάθος. Υποθέτουμε ότι το στομάχι ίσως να δουλεύει με δικό του τρόπο συνέχεια».
«Την ίδια σκέψη κάνω κι εγώ», μουρμούρισε το μυαλό. «Η αλήθεια βέβαια είναι ότι αυτό παίρνει όλο το φαι αλλά φαίνεται ότι μας στέλνει πίσω το περισσότερο απ’ αυτό».
«Θα πρέπει να παραδεχτούμε το λάθος μας», είπε το στόμα.
«Το στομάχι έχει να κάνει τόση δουλειά όση τα χέρια και τα πόδια και το μυαλό και τα δόντια».
«Τότε ας ξαναπιάσουμε τη δουλειά μας», φώναξαν όλα μαζί. Και στο σημείο αυτό ο άνθρωπός μας ξύπνησε.
Με μεγάλη ανακούφιση διαπίστωσε ότι τα πόδια του μπορούσαν και πάλι να βαδίσουν, τα χέρια του να πιάνουν, το στόμα του να μασάει και το μυαλό του να σκέπτεται καθαρά, οπότε άρχισε να αισθάνεται πολύ καλύτερα.

«Να ένα ωραίο μάθημα για μένα», σκέφτηκε καθώς γέμιζε το στομάχι του στο πρωινό του. «Είτε όλοι μας δουλεύουμε μαζί, είτε δεν δουλεύει τίποτε!»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου