Κυριακή 30 Απριλίου 2017

Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ο Μάγος των Φόβων





Αυτό το μικρό “παραμύθι” μιλάει για τον φόβο, αυτό το δύσκολο, και θα επέλεγα να το πω, οδυνηρό συναίσθημα. Για κάθε αναγνώστη μπορεί να κάνει διαφορετικό νόημα αυτό που θα διαβάσει, μπορεί, ίσως, να ρίξει λίγο φως γι’ αυτό που κρύβεται πίσω από κάποιους φόβους του και μπορεί κάτι να έχει να του πει, μπορεί πάλι όχι.
“Ακούστε το” λοιπόν…
Οι φόβοι που μας διακατέχουν συνιστούν ένα από τα ισχυρότερα δηλητήρια της ζωής μας. Έχουμε απίστευτη ικανότητα να δημιουργούμε νέους φόβους, να συντηρούμε τους παλιούς, να ανανεώνουμε και να ενημερώνουμε το αστείρευτο απόθεμα των φόβων μας.
Επειδή οι φόβοι μας είναι μια από τις μορφές έκφρασης που χρησιμοποιούν περισσότερο τα παιδιά, όσο και τα πρώην παιδιά, επινόησα αυτό το μικρό παραμύθι…
Μια φορά κι έναν καιρό, μόνο μια φορά, σε κάποια χώρα του κόσμου μας, ζούσε κάποιος που όλοι φώναζαν Μάγο των Φόβων. Αυτό που πρέπει να ξέρετε, πριν πούμε περισσότερα, είναι ότι όλες οι γυναίκες, όλοι οι άνδρες και όλα τα παιδιά ετούτης της χώρας διακατέχονταν από αμέτρητους φόβους. Φόβους πανάρχαιους, προερχόμενους από τα βάθη της ιστορίας της ανθρωπότητας, τότε που οι άνθρωποι δε γνώριζαν ακόμα το γέλιο, την εγκατάλειψη, την εμπιστοσύνη και την αγάπη. Φόβους πιο πρόσφατους, βγαλμένους από την παιδική ηλικία του καθενός, τότε που η αθωότητα ενός βλέμματος, η απορία μιας κουβέντας, ο θαυμασμός μιας χειρονομίας ή το ξόδεμα ενός χαμόγελου προσέκρουαν στην ακατανόητη πραγματικότητα.
Αυτό που είναι βέβαιο, είναι ότι όλοι τους, μόλις άκουγαν να γίνεται λόγος για το Μάγο των Φόβων, δε δίσταζαν καθόλου να κινήσουν για ένα μακρύ ταξίδι με σκοπό να τον συναντήσουν. Με την ελπίδα να μπορέσει να εξαφανίσει ή να διαλύσει τους φόβους που κουβαλούσαν στο σώμα τους, στο κεφάλι τους ή που απλώς συνόδευαν τη ζωή τους. Κανείς τους δε γνώριζε πώς θα εξελισσόταν η συνάντηση. Όσοι γύριζαν από το ταξίδι έδειχναν μεγάλη συστολή προκειμένου να μοιραστούν την εμπειρία τους. Γεγονός είναι πάντως ότι το ταξίδι του γυρισμού ήταν πάντα πολύ μακρύτερο από τον πηγαιμό.
Κάποια μέρα, ένα παιδί μαρτύρησε το μυστικό του Μάγου των Φόβων. Αλλά αυτό που είπε φάνηκε τόσο απλό, τόσο απίστευτα απλό, που δεν το πίστεψε κανείς.
“Ήρθε κοντά μου, είπε το παιδί, πήρε τα δυο μου χέρια στα δικά του και μου ψιθύρισε:
- Πίσω από κάθε φόβο, υπάρχει ένας πόθος. Πάντα υπάρχει ένας πόθος κάτω από κάθε φόβο, όσο μικρός ή όσο τρομακτικός κι αν είναι αυτός! Πάντα υπάρχει ένας πόθος, να το ξέρεις.
Το στόμα του ήταν πολύ κοντά στο αυτί μου και μοσχομύριζε επιβεβαίωσε το παιδί.
Μου είπε ακόμα:
- Όλη μας τη ζωή κρύβουμε τους πόθους μας, γι’ αυτό και υπάρχουν τόσοι φόβοι στον κόσμο.
Μόνη μου δουλειά και μοναδικό μου μυστικό, είναι να επιτρέπω στον καθένα να τολμάει να ξαναβρίσκει, να τολμάει ν’ ακούει και να τολμάει να σέβεται τον πόθο που υπάρχει μέσα του, κάτω από κάθε φόβο του”
Λέγοντας όλα αυτά, το παιδί ένιωθε ότι δεν το πίστευε κανείς. Κι έτσι άρχισα ξανά να αμφιβάλλει για τους ίδιους του τους πόθους. Χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια μέχρι να ξαναβρεί την ελευθερία να τους ακούει και να τους αποδέχεται μέσα του, μα αυτή είναι πάλι μια άλλη ιστορία.
Ωστόσο, κάποια μέρα, ένας άνδρας αποφάσισε να φέρει το Μάγο των Φόβων σε δύσκολη θέση. Μάλιστα, ήθελε να κάνει να ζήσει μια αποτυχία. Ταξίδεψε, έφτασε κοντά στο Μάγο των Φόβων, κι ανακοίνωσε το φόβο του:
- Φοβάμαι τους πόθους μου!
Ο Μάγος των Φόβων τον ρώτησε:
- Μπορείς να μου πεις τον πιο τρομακτικό σου πόθο;
- Ποθώ να μην πεθάνω ποτέ, ψιθύρισε ο άνδρας.
- Πράγματι, τρομερός και φοβερός ο πόθος σου.
Αργότερα, μετά από μακριά σιωπή, ο Μάγος των Φόβων μίλησε:
- Και ποιος φόβος κρύβεται μέσα σου, πίσω από αυτόν τον πόθο; Διότι πίσω από κάθε πόθο κρύβεται επίσης ένας φόβος, πολλές φορές και περισσότεροι.
Ο άνδρας είπε μονομιάς:
- Φοβάμαι μήπως δεν προλάβω να ζήσω όλη μου τη ζωή.
- Και ποιος είναι ο πόθος αυτού του φόβου;
- Θα επιθυμούσα να ζήσω κάθε στιγμή της ζωής μου όσο πιο έντονα, πιο ζωντανά, πιο χαρούμενα γίνεται, χωρίς να σπαταλήσω τίποτα.
- Ιδού λοιπόν ο τρομερότερός σου πόθος, ψιθύρισε ο Μάγος των Φόβων. Άκουσέ με καλά. Φρόντισέ τον αυτόν τον πόθο, είναι ένας πόθος πολύτιμος, μοναδικός. Το να ζούμε κάθε στιγμή της ζωής μας όσο γίνεται πιο έντονα, πιο ζωντανά, πιο χαρούμενα… χωρίς να σπαταλάμε τίποτα είναι ένας πολύ ωραίος πόθος.
Αν σέβεσαι αυτόν τον πόθο, αν του παραχωρήσεις μια πραγματική θέση μέσα σου, δε θα φοβάσαι πια το θάνατο. Πήγαινε τώρα, μπορείς να γυρίσεις πίσω.
Αλλά εσείς που με διαβάζετε, που με ακούτε ίσως, αμέσως θα μου πείτε:
- Λοιπόν, ο καθένας μπορεί να γίνει ο Μάγος των φόβων του!
- Βεβαίως, γίνεται, αν ο καθένας από μας φροντίσει να ανακαλύψει, να κατονομάσει ή να προτείνει τους φόβους του. Υπό έναν όρο: να δεχτεί ότι δε θα εκπληρωθούν όλοι του οι πόθοι. Όλοι πρέπει να μάθουν τη διαφορά ανάμεσα σ’ ένα πόθο και στην πραγματοποίησή του.
- Δηλαδή, δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν όλοι οι πόθοι, ακόμα και αν το επιθυμούμε;
- Όχι δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν όλοι οι πόθοι, μερικοί μόνο. Και κανένας δε γνωρίζει εκ των προτέρων ποιος από τους πόθους του απλώς θα ακουστεί, ποιος θα εκπληρωθεί, ποιος θα απορριφθεί, ποιος θα μεγεθυνθεί ως το γέλιο των αστεριών».
Ιδού το μεγάλο μυστικό της ζωής. Η ζωή είναι απρόβλεπτη, πάντα αδάμαστη και, ταυτόχρονα, απείρως ανοιχτή και γενναιόδωρη απέναντι στους πόθους των ανθρώπων. Διότι υπάρχουν πόθοι που για να εκπληρωθούν απολύτως, έχουν ανάγκη να παραμείνουν στο στάδιο του πόθου.
Διαδίδεται ότι ο Μάγος των Φόβων μπορεί να περάσει κάποια μέρα από τα μέρη μας…


Σάββατο 29 Απριλίου 2017

Θα ήθελα να ταξιδέψω στο μυαλό σου




Τα πιο ωραία ταξίδια, λένε κάποιοι, είναι εκείνα τα οποία έχεις προγραμματίσει σε μέρη που έχεις δει.
Σε μέρη που γνωρίζεις. Προβλέψιμα τοπία και προβλέψιμες συνήθειες εξασφαλίζουν μία ασφαλή από εκπλήξεις διαδρομή. Ένα στάνταρ όμορφο ταξίδι. Εμένα, πάλι, πάντα με γοήτευε το ρίσκο της έκπληξης, το άγνωστο, ακόμη κι αν η απόδοση, στη γλώσσα των τζογαδόρων, θα ήταν εξαιρετικά χαμηλή και το ρίσκο για απογοήτευση μεγάλο.
Από όλα τα ταξίδια που μου έταξες να κάνουμε μαζί, εγώ θα ήθελα εκείνο το ένα, το μοναχικό, αυτό που θα έκανα μόνη μου, αυτό που δεν φαντάζεσαι. Αυτό που θα έκανα χωρίς εσένα, σε σένα. Τα ανταλλάζω όλα τα από κοινού ταξίδια μας για το ένα και μοναδικό που λαχταρώ, εκείνο στο μυαλό σου μέσα. Έστω για λίγο.
Οι νευρώνες του εγκεφάλου σου γίνονται μακρινά μονοπάτια κι εγώ θα περιφέρομαι από το ένα στο άλλο. Κάπως έτσι το φαντάζομαι. Θα διασχίζω κάθε έναν από αυτούς, κάθε ένα από αυτά τα μονοπάτια, ανακαλύπτοντας κάθε μικρή ή μεγάλη σου σκέψη. Οτιδήποτε παρεμβάλλεται μεταξύ των όσων λες. Και μεταξύ όσων αποφασίζεις να μην πεις. Όλα αυτά που νομίζεις ότι δε θα μάθω ποτέ.
Στον αριστερό ορίζοντα του μυαλού σου βρίσκονται όλα όσα σχετίζονται με τα λόγια σου. Κάθε σκέψη που διασχίζει αυτό το υπέροχο μυαλό όσο μιλάς. Όλο μου το βασίλειο θα πετούσα στα πόδια σου, αρκεί να ήξερα τι σκέφτεσαι όσο μου μιλάς. Όλα εκείνα που σκέφτεσαι πριν πεις όσα λες. Μα και μετά. Κυρίως όμως όσα θέλεις να πεις αλλά δεν λες.
Εκεί θα ήθελα να πρωτοταξιδέψω. Στο λόγο σου και τη λογική του. Στη μαγική διαδικασία κατά την οποία τα συναισθήματά σου μετατρέπονται στις ηδονές εκείνες που από λέξεις γίνονται πράξεις.
Και μετά στη δεξιά πλευρά του μυαλού σου, εκεί που συμβαίνουν όλα πριν ακόμη τα συνειδητοποιήσεις και τα αισθανθείς. Στο κάθε σου συναίσθημα, από το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο. Στο κάθε ερέθισμα που γεννά συναίσθημα. Σε όλα όσα πυροδοτούν το γέλιο και το κλάμα σου. Στο κάθε σκίρτημα του μυαλού πριν γίνει σκίρτημα της καρδιάς σου.

Ο δεξιός ορίζοντας του μυαλού σου, εκείνος που αφορά όλους τους φόβους και τις ανησυχίες σου, θα ‘ναι το πιο μακρύ μέρος του ταξιδιού μου. Περιφερόμενη εκεί θα ήξερα κάθε τι που σκοτεινιάζει το βλέμμα σου. Θα ήξερα αμέσως κάθε τι που σε κάνει νευρικό, που σε τρομάζει, που σε γεμίζει ανασφάλεια και αβεβαιότητα.
Κάθε τι που σκέφτεσαι όταν κοιτάς το κενό και δεν μιλάς. Και που δεν λες για να μη με επιβαρύνεις.
Όλα τα σιωπηλά «αχ», κάθε μελαγχολία και κάθε θλίψη, κάθε πικρή ανάμνηση και κάθε απωθημένο, κάθε λαχτάρα και κάθε νοσταλγία. Όλα θα τα διέκρινα χωρίς μία σου λέξη. Έτσι θα μπορούσα μονομιάς να μετατρέψω την κάθε τέτοια στιγμή σε χαμόγελο. Όλα τα μελαγχολικά σου θα τα έφτιαχνα, θα τα έπλαθα, σα πλαστελίνη, σχέδια χαρούμενα και χρωματιστά. Δεν θα ήξερες το πώς. Θα νόμιζες ότι όλα γίνονται συμπτωματικά. Μα θα προλάβαινα κάθε μπόρα, κάθε βροχή.
Αν το μυαλό σου ήταν έδαφος, γη, θα ήθελα να είμαι ρωμαίος κατακτητής, με ευφυείς στρατηγικές να το κατακτήσω και να εδραιώσω τη βασιλεία μου εκεί. Μακεδόνας στρατηλάτης. Να το εκπορθήσω, να το αλώσω. Να οργώσω κάθε σπιθαμή και να βάλω στο χώμα του τη σημαία μου. Μα είμαι ένας άνθρωπος απλός και αδύναμος. Και τα ταξίδια μου δεν ήταν ποτέ μακρινά. Όσο κι αν το πόθησα. Οι κατακτήσεις μου ήταν πάντα λιτές. Όσο κι αν επιθύμησα. Κι όλη αυτή η αυτοκρατορία των σκέψεων πίσω από τα μάτια σου θα παραμείνει ανεξερεύνητη. Γη άγνωστη.
Εγώ θα συνεχίσω να αναρωτιέμαι για όσα κρατάς μυστικά κι εσύ θα χαμογελάς κάθε που προσπαθώ να μαντέψω. Σαν τον ιδανικό κι ανάξιο εραστή του Καββαδία θα συνεχίσω να ονειρεύομαι τους γαλάζιους πόντους του μυαλού σου. Κι ας μην μπορέσω ποτέ να σκίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων σου.
Κι ας μη με πάνε ποτέ οι σκληροί, ναυτικοί μου χάρτες εκεί. Αρκεί που θα είμαστε μαζί.

Παρασκευή 28 Απριλίου 2017

Μου αρκεί που με θέλεις για φίλο…





Δεν μπορώ να σου δώσω λύσεις για όλα τα προβλήματα της ζωής σου, ούτε έχω απαντήσεις για τις αμφιβολίες και τους φόβους σου όμως μπορώ να σ’ ακούσω και να τα μοιραστώ μαζί σου.
Δεν μπορώ ν’ αλλάξω το παρελθόν ή το μέλλον σου.
Όμως όταν με χρειάζεσαι θα είμαι εκεί μαζί σου.
Δεν μπορώ να αποτρέψω τα παραπατήματά σου.
Μόνο μπορώ να σου προσφέρω το χέρι μου να κρατηθείς και να μην πέσεις.
Οι χαρές σου, οι θρίαμβοι και οι επιτυχίες σου δεν είναι δικές μου.
Όμως ειλικρινά απολαμβάνω να σε βλέπω ευτυχισμένο.
Δεν μπορώ να περιορίσω μέσα σε όρια αυτά που πρέπει να πραγματοποιήσεις, όμως θα σου προσφέρω τον ελεύθερο χώρο που χρειάζεσαι για να μεγαλουργήσεις.
Δεν μπορώ να αποτρέψω τις οδύνες σου όταν κάποιες θλίψεις σου σκίζουν την καρδιά, όμως μπορώ να κλάψω μαζί σου και να μαζέψω τα κομμάτια της για να τη φτιάξουμε ξανά πιο δυνατή.
Δεν μπορώ να σου πω ποιος είσαι ούτε ποιος πρέπει να γίνεις.
Μόνο μπορώ να σ’ αγαπώ όπως είσαι και να είμαι φίλος σου.
Αυτές τις μέρες σκεφτόμουν τους φίλους μου και τις φίλες μου, δεν ήσουν πάνω ή κάτω ή στη μέση.
Δεν ήσουν πρώτος ούτε τελευταίος στη λίστα.
Δεν ήσουν το νούμερο ένα ούτε το τελευταίο.
Να κοιμάσαι ευτυχισμένος.
Να εκπέμπεις αγάπη.
Να ξέρεις ότι είμαστε εδώ περαστικοί.
Ας βελτιώσουμε τις σχέσεις με τους άλλους.
Να αρπάζουμε τις ευκαιρίες.
Να ακούμε την καρδιά μας.
Να εκτιμούμε τη ζωή.
Πάντως δεν έχω την αξίωση να είμαι ο πρώτος, ο δεύτερος ή ο τρίτος στη λίστα σου.
Μου αρκεί που με θέλεις για φίλο.
Ευχαριστώ που είμαι.




Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

Αν πραγματικά μ’ αγαπάς, νοιάζεσαι για μένα




Όταν θέλω κάποιον, αντιλαμβάνομαι τη σημασία που έχει για μένα αυτό που κάνει, αυτό που του αρέσει ή αυτό που τον πονάει. Το σε θέλω σημαίνει, επομένως, νοιάζομαι ΓΙΑ σένα, και το σ΄αγαπώ σημαίνει: νοιάζομαι πάρα πολύ. Τόσο πολύ που καμιά φορά, όταν σ΄αγαπάω, βάζω το να είσαι εσύ καλά πάνω από άλλα πράγματα, τα οποία είναι επίσης σημαντικά για μένα.
Αυτός ο ορισμός (ότι νοιάζομαι ΓΙΑ σένα) δεν μετατρέπει την αγάπη σε κάτι πολύ μεγάλο, ούτε όμως μειώνει την αξία της κάνοντάς την να φαίνεται μια ανοησία.
Θα οδηγήσει, για παράδειγμα, στην πλήρη συνειδητοποίηση δύο γεγονότων: δεν είναι αλήθεια ότι σ΄αγαπάνε εκείνοι που δεν νοιάζονται πολύ για τη ζωή σου, και δεν είναι αλήθεια ότι δεν σ΄αγαπάνε εκείνοι που ζουν εξαρτημένοι απ΄ότι σου συμβαίνει.
Επαναλαμβάνω : αν μ΄αγαπάς πραγματικά, νοιάζεσαι για μένα…!!!

Αυτό σημαίνει, επομένως, – όσο κι αν με πονάει να το παραδεχτώ – ότι αν δεν νοιάζεσαι ΓΙΑ μένα, είναι γιατί δεν μ΄αγαπάς. Αυτό δεν είναι κακό, δεν λέει κάτι άσχημο για σένα που δεν μ΄αγαπάς, είναι απλώς η πραγματικότητα, έστω κι αν είναι μια θλιβερή πραγματικότητα (όπως λέει και το τραγούδι του Σερράτ : Ποτέ δεν είναι η αλήθεια θλιβερή, απλώς δεν υπάρχει άλλη λύση. Πρέπει μάλλον να καταλάβουμε ότι το θλιβερό είναι αυτό ακριβώς : ότι δεν γίνεται αλλιώς).
Η διαφοροποίηση που κάνω – και που είναι μόνο ποσοτική – ανάμεσα στο θέλω και στο αγαπώ είναι η ίδια που γίνεται με τις περισσότερες τρυφερές εκφράσεις που χρησιμοποιούμε για να ΜΗΝ πούμε Σ΄αγαπώ. Λέμε : μ΄αρέσεις, σε βρίσκω συμπαθητικό, νιώθω για σένα τρυφερότητα, είσαι η έμπνευσή μου, έχω αισθήματα αγάπης για σένα κ.λ.π.
Μπορώ να κάνω ένα σωρό πράγματα για να σου εκφράσω, να σου δείξω, να σου αποδείξω, να επιβεβαιώσω ή να υποστηρίξω ότι σ΄αγαπώ, όμως, μόνο ένα πράγμα μπορώ να κάνω με την αγάπη μου, κι αυτό είναι να Σ΄ΑΓΑΠΩ, να ασχολούμαι μαζί σου, να εκδηλώνω τα συναισθήματά μου όπως τα νιώθω. Και το πως τα αισθάνομαι είναι ο δικός μου τρόπος να σ΄αγαπώ.
Μπορείς να το δεχτείς ή μπορείς να το απορρίψεις, μπορείς να καταλάβεις τι σημαίνει ή μπορείς να το αγνοήσεις παντελώς. Αυτός, όμως, είναι ο τρόπος μου να σ΄αγαπώ, δεν έχω άλλον.
Ο καθένας έχει έναν μόνο τρόπο ν’ αγαπάει : τον δικό του. Αν κάποιος δεν σ΄αγαπάει όπως θα ήθελες να σ΄αγαπήσει, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν σ΄αγαπάει με όλη τη δύναμη της ψυχής του…

ΠΗΓΉ: ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ (Ο Δρόμος της Συνάντησης)

Τετάρτη 26 Απριλίου 2017

Η μη Αγάπη





Ό,τι κακό γίνεται σʼ αυτό τον κόσμο είναι από έλλειψη Αγάπης.
Κάθε δυστυχία, κάθε πίκρα, κάθε πόνος, κάθε πόλεμος, κάθε κακοποίηση, κάθε καταστροφή συντελούνται από όλους εμάς, όταν δεν αγαπάμε.
Που δεν αγαπάμε, τον εαυτό μας, τον διπλανό μας, το περιβάλλον, τον τόπο μας, την δουλειά μας, το σπίτι μας.
Η πείνα, η φτώχεια, οι πόλεμοι είναι προϊόν της Μη Αγάπης.
Μαγειρέψτε ένα φαγάκι και βάλτε του μπόλικη αγάπη, βάλτε του μεράκι, κέφι και θα απολαύσετε το πιο υπέροχο έδεσμα.
Πάρτε τα ακριβότερα υλικά και φτιάξτε την πιο εξεζητημένη gourmet συνταγή του μεγαλύτερου σεφ.
 Αν δεν γουστάρετε αυτό που κάνετε, αν δεν το αγαπάτε, το φαγητό σας δεν θα τρώγεται.
Η Αγάπη είναι χαρά, είναι ευτυχία, είναι σκοπός και προορισμός.
Τα υλικά που είναι φτιαγμένος ο άνθρωπος είναι η Αγάπη και η προοπτική του είναι να μοιράζει Αγάπη.
Γιατί όμως; Γιατί αντί να δίνει αγάπη και να παίρνει χαρά, δίνει εγωισμό και εισπράττει πόνο; Γιατί;
Μητέρα κάθε κακού είναι η Μη Αγάπη και παρόλα αυτά αντιστεκόμαστε στην έμφυτη τάση μας να προσφέρουμε απλόχερα την Αγάπη.
Η Αγάπη είναι ελευθερία, είναι νίκη στον φόβο.
Κάντε έρωτα με τον σύντροφο που αγαπάτε. Πόσο πιο όμορφα νιώθετε σε αντίθεση από τις φορές που κάνατε έρωτα ευκαιριακά ή περιστασιακά;
Πόσο άδειοι νιώσατε, όταν κοιτάξατε δίπλα σας και συνειδητοποιήσατε ότι τίποτε δεν σας συνδέει με τον ερωτικό σας παρτενέρ και το μόνο που θέλατε ήταν να τα μαζέψετε και να φύγετε άρον-άρον;
Η επιλογή της Μη αγάπης πρώτα απʼ όλα δηλώνει ότι δεν αγαπάμε τον εαυτό μας.
Όταν δεν αγαπάμε, ξοδεύουμε την ψυχή μας, με αντίτιμο την μοναξιά.
Όταν δεν αγαπάω, χαραμίζομαι. Αναλίσκομαι. Ξοδεύομαι.
Η Αγάπη είναι Χαρά, είναι Ελευθερία, είναι Ευτυχία.
Η Μη Αγάπη είναι πηγή κακού, κάθε κακού.

Εμείς επιλέγουμε. Πάντα εμείς.

Τρίτη 25 Απριλίου 2017

Η Μόμο





Κάποια μέρα όμως ανάμεσα στους ανθρώπους της γειτονιάς διαδόθηκε πως κάποιος κατοικούσε τώρα τελευταία στα χαλάσματα. Ήταν, λέει, ένα παιδί μάλλον κοριτσάκι. Κανένας όμως δεν μπορούσε να πει τίποτα με ακρίβεια γιατί τα ρούχα της ήταν κάπως παράξενα. Τη λέγανε Μόμο ή κάπως έτσι.
Και πραγματικά, η εξωτερική εμφάνιση της Μόμο ήταν λιγάκι παράξενη και μπορούσε να τρομάξει τους ανθρώπους που δίνανε μεγάλη σημασία στην καθαριότητα και την τάξη. Ήταν κοντούλα, λεπτούλα, έτσι που ήταν αδύνατο να πεις αν ήταν οκτώ χρονών ή δώδεκα. Στο κεφάλι φύτρωναν αναμαλλιασμένες μπούκλες, μαύρες σαν πίσσα, που δείχνανε να μην τις είχε αγγίξει ποτέ ούτε χτένα ούτε και ψαλίδι. Είχε πολύ μεγάλα, πανέμορφα μάτια κι αυτά μαύρα σαν την πίσσα και πόδια στο ίδιο χρώμα γιατί γύριζε πάντα ξυπόλητη. Τον χειμώνα μόνο έβαζε καμιά φορά παπούτσια, αλλά κια υτά ήταν παράταιρα και της πέφτανε πολύ μεγάλα. Κι αυτό γιατί τίποτα απ αυτά που είχε η Μόμο δεν ήταν δικό της. Ή τα είχε βρει κάπου ή της τα είχε χαρίσει κάποιος. Η φούστα της ήταν καμωμένη από διάφορα παρδαλά κουρέλια και της έφτανε ως τον αστράγαλο. Από πάνω φορούσε ένα παλιό, πολύ μεγάλο της, αντρικό σακάκι, με μανίκια διπλωμένα στον καρπό. Η Μόμο δεν ήθελε να τα κόψει γιατί σκεφτόταν πολύ προνοητικά πως θα μεγάλωνε. Και ποιός μπορούσε να ξέρει αν θα ξανάβρισκε ποτέ ένα τόσο ωραίο και πρακτικό σακάκι με τόσες πολλές τσέπες;
Κάτω από τη χορταριασμένη σκηνή του ερειπωμένου θεάτρου υπήρχαν μερικές μισογκρεμισμένες καμαρούλες, που μπορούσες να τις φτάσεις μέσα από μια τρύπα στον εξωτερικό τοίχο. Η Μόμο είχε φτιάξει εκεί το σπιτικό της.
Κάποιο μεσημέρι μερικοί άντρες και γυναίκες της γειτονιάς ήρθαν να τη βρουν και προσπάθησαν να της πάρουν λόγια. Η Μόμο στεκόταν και τους κοίταζε τρομαγμένη γιατί φοβόταν πως οι άνθρωποι αυτοί θα τη διώχνανε. Δεν άργησε όμως να καταλάβει πως οι άνθρωποι είχαν έρθει με φιλικές διαθέσεις. Ήταν και οι ίδιοι φτωχοί και ξέρανε πολλά για τη ζωή.
ʼαρέσει λοιπόν εδώ; ρώτησε ένας άνδρας.
-Ναι, αποκρίθηκε η Μόμο.
-Και θέλεις να μείνεις εδώ;
-Ναι, πολύ.
-Μα δεν σε περιμένει κανένας;
-Όχι.
-Θέλω δηλαδή να πω, δεν πρέπει να πας στο σπίτι σου;
-Το σπίτι μου είναι εδώ, βεβαίωσε γοργά η Μόμο.
-Κι από πού έρχεσαι παιδί μου;
Η Μόμο έκανε μια αόριστη χειρονομία, δείχνοντας πως ερχόταν από κάπου μακριά.
-Και ποιοί είναι οι γονείς σου; συνέχισε να τη ρωτάει ο άνθρωπος.
Το παιδί τον κοίταξε με αμηχανία, κοίταξε και τους άλλους και ανασήκωσε τους ώμους του. Οι άνθρωποι αντάλλαξαν ματιές κι αναστέναξαν.
-Μη φοβάσαι, συνέχισε ο άνθρωπος, δε θέλουμε να σε διώξουμε. Θέλουμε να σε βοηθήσουμε.
Η Μόμο κούνησε αμίλητη το κεφάλι της, δεν έδειχνε όμως να είχε τελείως πειστεί.
-Είπες πως σε λένε Μόμο;
-Ναι.
-Είναι ένα όμορφο όνομα, αλλά δεν το έχω ξανακούσει. Ποιός σου έδωσε αυτό το όνομα;
-Εγώ, είπε η Μόμο.
-Εβγαλες έτσι η ίδια τον εαυτό σου;
-Ναι.
-Και πότε γεννήθηκες;
Η Μόμο το σκέφτηκε και στο τέλος είπε:
-Όσο θυμάμαι υπήρχα από πάντοτε.
-Δεν έχεις καμιά θεία, κανένα θείο, καμιά γιαγιά, τέλος πάντων, κάποια οικογένεια όπου θα μπορούσες να πας;
Η Μόμο κοίταξε μονάχα τον άνθρωπο και για λίγο δε μίλησε. Έπειτα μουρμούρισε:
-Εδώ είναι το σπίτι μου.
-Ας είναι, έκανε ο άνθρωπος, είσαι παιδί ακόμα. Πόσων χρονών είσαι;
-Εκατό, είπε διστακτικά η Μόμο.
Οι άνθρωποι γέλασαν γιατί το πήραν για αστείο.
-Σοβαρά, πόσο είσαι;
-Εκατό δύο, απάντησε η Μόμο με ακόμα λιγότερη σιγουριά.
Πέρασε κάμποση ώρα ώσπου να καταλάβουν οι άνθρωποι πως το παιδί ήξερε μονάχα μερικούς αριθμούς που κάπου είχε ακούσει, αλλά πως γιʼ αυτήν δεν σήμαιναν κάτι το συγκεκριμένο, γιατί δεν είχε μάθει ποτέ της να μετράει.
-Άκου δω, είπε ο άνθρωπος αφού συμβουλεύτηκε τους άλλους, συμφωνείς να το πούμε στην αστυνομία πως είσαι εδώ; Τότε θα σε πάνε σε κάποιο ίδρυμα όπου θα σου δίνουν να τρως και θα έχεις και το κρεβάτι σου κι όπου θα μάθεις να μετράς, να διαβάζεις και να γράφεις και πολλά άλλα ακόμα. Τι λες για αυτό;
Η Μόμο τον κοίταξε τρομοκρατημένη.
-Όχι, μουρμούρισε, δε θέλω να πάω. Ήμουνα εκεί κάποτε. Είχε κι άλλα παιδιά εκεί. Είχαν κάγκελα στα παράθυρα. Κάθε μέρα έπεφτε ξύλο, πάντα άδικα. Πήδηξα λοιπόν νύχτα τον τοίχο και τοʼ σκασα. Δε θέλω να ξαναπάω πίσω.
-Σε καταλαβαίνω, είπε ένας γέρος και κούνησε το κεφάλι του. Και οι άλλοι το καταλάβαιναν και κείνοι και κούνησαν τα κεφάλια τους.
-Ας είναι, είπε μια γυναίκα, είσαι όμως μικρή ακόμα. Πρέπει να σε φροντίζει κάποιος.
-Εγώ, είπε ξαλαφρωμένη η Μόμο.
-Θα τα καταφέρεις; ρώτησε η γυναίκα.
Η Μόμο έμεινε για λίγο σιωπηλή κι έπειτα είπε με σιγανή φωνή:
-Δε μου χρειάζονται πολλά.
Και πάλι κοιτάχτηκαν οι άνθρωποι, αναστέναξαν και κούνησαν τα κεφάλια τους.
-Ξέρεις Μόμο, άρχισε να λέει πάλι εκείνος ο άνθρωπος που είχε μιλήσει πρώτος, λέμε πως θα μπορούσες να βολευτείς σε κάποιον από μας. Εχουμε βέβαια πολύ λίγο χώρο όλοι μας και οι πιο πολλοί έχουν κιόλας ένα σωρό παιδιά, που πρέπει να ταίσουνε, νομίζουμε όμως πως ένα παραπάνω δεν έχει καμιά σημασία. Πως το βλέπεις αυτό;
-Ευχαριστώ, είπε η Μόμο και χαμογέλασε για πρώτη φορά, σας ευχαριστώ πολύ. Δε θαʼταν όμως πιο απλό να μʼ αφήσετε να μείνω εδώ;
Οι άνθρωποι συσκέφτηκαν για κάμποση ώρα, είπανε αυτό και κείνο, στο τέλος όμως συμφώνησαν. Γιατί, πίστευαν πως το παιδί θα μπορούσε να καθίσει εδώ το ίδιο καλά όπως σε κάποιον απʼ αυτούς και θα φρόντιζαν τη Μόμο ομαδικά, γιατί θα ήταν πολύ πιο απλό για όλους μαζί παρά για έναν μόνο.
Βάλθηκαν λοιπόν να συγυρίζουν αμέσως τη μισογκρεμισμένη πέτρινη καμαρούλα, όπου είχε στήσει το σπιτικό της η Μόμο και να την επιδιορθώσουν όσο γινόταν. Ένας απ΄αυτούς που ήταν χτίστης, έχτισε μάλιστα ένα πέτρινο τζάκι. Κάπου βρέθηκε κι ένα σκουριασμένο μπουρί. Ένας γέρος μαραγκός έφτιαξε στα γρήγορα με κάτι σανίδια από κάσες ένα τραπεζάκι και δυο καρέκλες. Και οι γυναίκες φέρανε ένα άχρηστο, στολισμένο με έλικες, σιδεροκρέβατο, ένα στρώμα που ήταν μόνο λιγάκι σχισμένο και δυο κουβέρτες. Η πέτρινη τρύπα κάτω από τη σκηνή του ερειπωμένου θεάτρου έγινε ένα άνετο δωματιάκι. Ο χτίστης, που ήταν και λιγάκι καλλιτέχνης, ζωγράφισε στο τέλος έναν όμορφο πίνακα με λουλούδια πάνω στον τοίχο. Ζωγράφισε ακόμα και την κορνίζα και το καρφί απʼ όπου κρεμόταν ο πίνακας.
Κι έπειτα ήρθαν τα παιδιά αυτών των ανθρώπων κι έφεραν ό,τι μπορούσαν να ξεκόψουν από το φαγητό τους, το ένα λίγο τυρί, το άλλο μια κόρα ψωμί, το τρίτο μερικά φρούτα και πάει λέγοντας. Κι επειδή τα παιδιά ήταν πάρα πολλά, μαζεύτηκαν εκείνο το βράδυ τόσα, που μπόρεσαν να γιορτάσουν όλα μαζί την εγκατάσταση της Μόμο. Ήταν μια όμορφη γιορτή όπως ξέρουν να γιορτάζουν μονάχα οι φτωχοί.

Κι έτσι άρχισε η φιλία ανάμεσα στη μικρή Μόμο και τους ανθρώπους

Δευτέρα 24 Απριλίου 2017

Ενήλικας με αυτογνωσία και ελευθερία





Τη διαφορετικότητα, την ιδιαιτερότητα, τις ικανότητες και την αδυναμία του, κάθε παιδί αρχίζει να το συνειδητοποιεί από τη στιγμή που αρχίζει το παιχνίδι. Καταλαβαίνει σταδιακά, τι είναι δύσκολο και τι εφικτό για εκείνο, πόσο αντέχει να προσπαθήσει, μέχρι πού έχει δύναμη να φτάσει. Αντιλαμβάνεται σιγά-σιγά ότι, ενώ έχει αρκετές ομοιότητες με κάθε άλλο παιδί –κεφάλι, δυο χέρια, δυο πόδια, περπάτημα, προφορά λέξεων-, έχει πολλές διαφορές. Αυτή η συνειδητοποίηση του εαυτού του ονομάζεται αυτογνωσία.

Στόχος της αυτογνωσίας είναι να εντοπίσει ένα παιδί τα ισχυρά χαρακτηριστικά των δυνατοτήτων του ώστε να μπορεί να τα αξιοποιήσει πλήρως. Επίσης διευκρινίζει τα λιγότερο δυνατά χαρακτηριστικά και πειραματίζεται με κατάλληλους τρόπους ενδυνάμωσής τους.

Υπάρχουν αρκετά τεστ που δείχνουν τις δυναμικές του παιδιού. Εξετάζουν, για παράδειγμα, τον τρόπο που μαθαίνει ευκολότερα (μαθησιακό δυναμικό): με επανάληψη, με παραδείγματα, με βιωματικό ή με παθητικό τρόπο.

Βέβαια, οι αρχαίοι Πυθαγόριοι υποστήριζαν ότι η γνώση του εαυτού προηγείται της γνώσης των άλλων. Κατά συνέπεια, έθεταν τους πρωταρχικούς τρόπους εξάσκησης για αυτογνωσία, με

-εγκράτεια φαγητού
-αξιολόγηση πράξεων ημέρας:με επιβράβευση ή ποινή
-πίστη στο Θεό και τους γονείς και
-στιγμές σιωπής για συλλογισμό,
προκειμένου να αντιληφθεί το παιδί κάθε έναν από τους παράγοντες που επηρεάζουν την καθημερινότητά του.

Αντίθετα, η σημερινή εκπαίδευση, διδάσκει ΜΟΝΟ γνώσεις για τους άλλους –για ήρωες, πολιτικούς, καλλιτέχνες- επιτευγμάτων και αδυναμίες τους, χωρίς να αφήνει περιθώριο για σκέψη, κρίση, σχολιασμό στο καθρέφτη, συνειδητοποίηση του εαυτού μας.

Ευτυχώς, το ίδιο το βρέφος καταλαβαίνει σταδιακά τι είδους κίνηση πρέπει να κάνει για να δείξει την αγάπη του, με ένα χάδι, ή να δείξει την αποστροφή του, με χτυπώντας τον άλλον. Βέβαια, η αντίδραση είναι αποτέλεσμα συγχρόνως και της αντικειμενικής και της ψυχολογικής του κατάστασης.

Η παρατήρηση, το σχόλιο ή η ποινή προς το παιδί, είναι καταστάσεις που βοηθούν στην ωριμότητα και στον προβληματισμό, όταν ακολουθούνται από μία χειρονομία αγάπης. Εξηγώ: όταν το παιδί σπάσει ένα βάζο τότε ο γονιός πρέπει να πάει κοντά του, να μιλήσει με δυνατή φωνή και να εξηγήσει γιατί έσπασε το βάζο και ποιες είναι οι συνέπειες. Μετά, βάζει όρια στο παιδί τι μπορεί να πιάνει και τι όχι – στο τέλος, τα επαναλαμβάνει. Μετά, αγκαλιάζει το παιδί και του δίνει ένα φιλί.

Βέβαια, αυτό ίσως συμβεί ξανά. Ο γονιός επαναλαμβάνει την ίδια συμπεριφορά. Το υγιές παιδί, έχοντας ένα σταθερό περιβάλλον, καταλαβαίνει από τις δυνάμεις του, τι μπορεί να κάνει για να έχει το αποτέλεσμα που επιθυμεί και προσπαθεί να καταφέρει περισσότερο. Οι τελευταίες προσπάθειες απόκτησης της αυτογνωσίας από τα παιδιά, γίνονται και μέσα από την ενασχόληση με τα άλογα. Λέγεται, ότι το άλογο υιοθετεί τη συμπεριφορά του φροντιστή του. Όμως ακόμα, αυτός ο τρόπος προσέγγισης και εκπαίδευσης βρίσκεται σε πειραματικό στάδιο.

Γονείς, προχωρήστε στην αυτογνωσία του μαθησιακού δυναμικού. Μην αφήνετε τη μαθησιακή διαδικασία στην τύχη, αξιοποιήστε το δυναμικό σας (ή του παιδιού σας) με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, μειώνοντας τη μαθησιακή ταλαιπωρία και κερδίζοντας παράλληλα ελεύθερο χρόνο!

Το συνειδητοποιημένο παιδί ξέρει τι θέλει και συνδιαλέγεται με την κοινωνία όπου ζει. Είναι χαρούμενο παιδί γιατί είναι ελεύθερο να διαλέξει και να διεκδικήσει.

Άραγε, μήπως η διεκδίκηση της ελευθερίας μέσα από την αυτογνωσία, ενοχλεί;


Κυριακή 23 Απριλίου 2017

Νιώσε και αγάπα!





Ο ουρανός πάνω από τα Ψαχνά το δειλινό της Κυριακής 4-10-2009
Άκου τους πρωινούς κελαηδισμούς πώς υμνούν το θαύμα της ζωής
Άσε τα μάτια σου να βαφτιστούν στα χρώματα της ροδαυγής
Πάρε στο δάχτυλό σου φυλαχτό μια δροσοσταλίδα από το χορτάρι
Ανέβα ταπεινά το μονοπάτι
Στο διάβα σου μοιράσου του ζουζουνιού και της πεταλουδίτσας τη χαρά
Τραγούδα πλάι στο κελάρυσμα του ρυακιού
Σμίξε την ανάσα σου με την ανάσα του κυκλάμινου
Της πέρδικας την περπατησιά παράφορα ερωτέψου
Μελέτα τη ζωγραφιά στην πλάτη του σκαθαριού
Πρόσεχε μην πατήσεις την ανθισμένη μυρμηγκοφωλιά
Στο ξέφωτο στάσου και με το μεγάλο λιθάρι πιάσε κουβέντα για την αιωνιότητα
Μην τρομάξεις από το σούρσιμο ενός φιδιού που άθελά σου το τρόμαξες
Στο αστραφτερό μυστήριο του μεσημεριού παραδώσου
Στις φτέρες φτερούγισε σαν το τρυφερό φύσημα του αγεριού
Αγκάλιασε όπως ο κισσός τον ψηλό δεντροκορμό
Το άγιο νερό της πηγής σκύψε να κοινωνήσεις
Πρόλαβε να χαρείς το άλμα της νυφίτσας
Τη γέρικη χελώνα μη βιαστείς να προσπεράσεις
Πλανέψου από τ' αηδόνια της ρεματιάς
Στου δειλινού τα σύννεφα αιωρήσου
Στο λυκόφως ξαναβρές το ξενητεμένο ποίημά σου
Στην ανατολή του φεγγαριού χόρεψε χέρι-χέρι με τους θρύλους
Ευχήσου στον αποσπερίτη να γίνει αυγερινός
Γείρε τα μάτια σου και χώρεσε όλη την Πλάση στα όνειρά σου
Πόνεσε και δάκρυσε για τον πόνο και το δάκρυ του άγνωστου συνανθρώπου
Ξύπνα και ζήσε το θαύμα από την αρχή.


ΠΗΓΉ: Μπαρσάκης Δημήτρης

Σάββατο 22 Απριλίου 2017

Παράδεισος και Κόλαση – Η πραγματική διαφορά





Ένας άνθρωπος μίλησε με τον Κύριο για τον παράδεισο και την κόλαση. Ο Κύριος είπε στον άνθρωπο, “Έλα, θα σου δείξω την κόλαση”. Μπήκαν σ’ ένα δωμάτιο όπου μια ομάδα ανθρώπων καθόταν γύρω από ένα τεράστιο τσουκάλι με βραστό κρέας. Όλοι πεινούσαν απελπιστικά. Ο καθένας τους κρατούσε ένα κουτάλι που έφτανε ως το τσουκάλι, αλλά όλα τους είχαν μακριά χερούλια που δεν τους επέτρεπαν να τα φέρουν στο στόμα τους. Το μαρτύριο τους ήταν απερίγραπτο.
“Έλα τώρα να σου δείξω τον παράδεισο”, είπε ο Κύριος μετά από λίγο. Μπήκαν σ’ ένα άλλο δωμάτιο, απαράλλακτο με το προηγούμενο – το τσουκάλι με το φαγητό στη μέση, η ομάδα των ανθρώπων, τα κουτάλια με τις πολύ μακριές λαβές. Αλλά όλοι ήταν ευτυχισμένοι και χορτασμένοι.
“Δεν καταλαβαίνω” είπε ο άνθρωπος. “Γιατί αυτοί εδώ είναι ευτυχισμένοι και οι άλλοι δυστυχισμένοι, τη στιγμή που όλα είναι ίδια;”
Ο Κύριος χαμογέλασε. “Α, είναι πολύ απλό”, είπε. “Αυτοί εδώ έμαθαν να ταΐζουν ο ένας τον άλλο”.

Παρασκευή 21 Απριλίου 2017

Ράντγιαρντ Κίπλινγκ





Αν μπορείς να σαι ατάραχος, όταν τριγύρω οι άλλοι,
σε σένα ρίχνουν τ άδικο μέσα στην παραζάλη.

Αν μπορείς, όταν δισταγμούς για σε θα 'χουν εκείνοι,
να 'χεις στη δύναμή σου εσύ κρυφή εμπιστοσύνη.
Αν μπορείς να σαι ακούραστος όταν προσμένεις κάτι,
με ψέμα να μην απαντάς στων άλλων την απάτη,
Αν σε μισούν, να μη μισείς κι ας είσαι πληγωμένος
Να μην είσαι ευκολόπιστος μήτε πονηρεμένος.

Αν μπορείς να ονειρεύεσαι και τα όνειρα να ορίζεις,
να σκέπτεσαι, χωρίς ζωή στη σκέψη να χαρίζεις.
Αν στον Θρίαμβο και στη Καταστροφή έχεις την ίδια γνώμη,
Κι άσειστη θέληση να λες "βάστα καρδιά μου ακόμη".
Αν μπορείς την αλήθεια που 'χεις πει να δεις σακατεμένη,
μια παγίδα για αφελής μα συ να επιμένεις.
Αν ό,τι αγάπησες μπορείς ρημάδι ν' αντικρίσεις,
με χαλασμένα σύνεργα το έργο να ξαναρχίσεις.

Αν όσα πλούτη κέρδισες μπορείς να τα σωριάσεις,
σ' ένα παιγνίδι τολμηρό να μη τα λογαριάσεις,
κι όταν χαθούν αχάλαστη να 'ναι η ζωή σου εσένα,
χωρίς να παραπονεθείς ποτέ για τα χαμένα.
Αν σκλάβα σου ν' έχεις μπορείς στη πράξη την καρδιά σου
να βρεις το θάρρος που έμεινε πολύ καιρό μακριά σου.

Αν μες το πλήθος είσαι αγνός χωρίς να φεύγεις πέρα,
Κι αν όταν συναντάς και βασιλείς είναι μια ίδια μέρα.
Κι αν δεν μπορεί φίλος η εχθρός πίκρες να σε ποτίζει,
Κι αν εκτιμάς κάθε άνθρωπο μονάχα όσο αξίζει.
Κι αν το γοργό καιρό μπορείς σωστά να τον μετρήσεις
και μέσα του κάθε στιγμή τους θησαυρούς να κλείσεις.
Όλα δικά σου γίνονται τότε σ΄ αυτή τη πλάση
κι είσαι άντρας άξιος που κανείς ποτέ δεν θα σε ξεπεράσει.

Πέμπτη 20 Απριλίου 2017

Μια απλή συνταγή





Υ Λ Ι Κ Α

1. Ένα κιλό απλή καρδιά.

2. Δύο κιλά ήσυχη συνείδηση.

3. Μισό κιλό χαρωπό πρόσωπο.

4. 300 γραμμάρια αγάπη.

5. Δύο φλιτζάνια γέλιο.

6. Δύο κουταλάκια εξοχή.

Ε Κ Τ Ε Λ Ε Σ Η

1. Ρίχνετε στην κατσαρόλα του εσωτερικού σας κόσμου την ήσυχη συνείδηση και την απλή καρδιά.

2. Τα δουλεύετε πολύ καλά, ώσπου ν
ʼ ασπρίσουν, να φουσκώσουν και να γεμίσει η κατσαρόλα.

3. Προσθέτετε τότε την αγάπη και το γλυκό σας παίρνει ένα ωραίο ρόδινο χρώμα.

4. Μετά ρίχνετε το χαρωπό πρόσωπο και το γέλιο.

5. Προσέχετε πολύ καλά στο δούλεμα, γιατί ένα κατσούφιασμα μπορεί να κόψει το γλυκό.

6. Αν έχετε λίγη εξοχή, βάζετε και δύο κουταλάκια για άρωμα.

7. Όταν δουλέψετε καλά όλα τα υλικά, δηλαδή: την συνείδηση, την απλή καρδιά, την αγάπη, το γέλιο, το χαρωπό πρόσωπο και την εξοχή, τα ρίχνετε στο ταψί της ψυχής, τα στρώνετε με την κουτάλα της θελήσεως και τα ψήνετε στο φούρνο της υπομονής.

8. Το σερβίρετε ζεστό, ραντισμένο με την εμπιστοσύνη στον Θεό!

Όσοι έφαγαν αυτό το γλύκισμα
ομολογούν ότι το κύριο χαρακτηριστικό
της γεύσεώς του είναι η ψυχική γαλήνη.
Δοκιμάστε το λοιπόν!
ΠΗΓΉ: http://enallaktikidrasi.com/2013/06/i-pio-efkoli-kai-nostimi-syntagi-gia-to-oreotero-glyko-tou-kosmou/