Τρίτη 1 Μαΐου 2018

Όλα όσα θυμάμαι






Ο πατέρας μου συνήθιζε, κάθε φορά που επρόκειτο να μου πει κάτι, ν’ αρχίζει με τη φράση: «Σου είπα σήμερα πόσο σε λατρεύω;» Αυτή η λεκτική έκφραση της αγάπης υπήρξε αμοιβαία κι όταν εκείνος προχώρησε σε ηλικία και είχε αρχίσει η εξασθένησή του να είναι πιο ορατή, δεθήκαμε ακόμα πιο πολύ… αν υπήρχαν ακόμα περιθώρια για κάτι τέτοιο.
Στα 82 του χρόνια ήταν πια έτοιμος να πεθάνει και εγώ ήμουν έτοιμη να τον αφήσω να φύγει, για να λυτρωθεί από τον πόνο. Γελάσαμε και κλάψαμε μαζί, και κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου εκφράσαμε ο καθένας την αγάπη του προς τον άλλον και συμφωνήσαμε πως ήταν ώρα. «Πατέρα», του είπα, «όταν φύγεις θέλω να μου κάνεις ένα σήμα ότι είσαι καλά». Γέλασε με το παράλογο αίτημά μου. Ο πατέρας μου δεν πίστευε στη μετενσάρκωση. Ούτε κι εγώ ήμουν βέβαιη ότι πίστευα, αν και είχα αρκετές εμπειρίες που με έκαναν να πιστεύω ότι είναι δυνατό να πάρει κανείς σήμα «από την αντίπερα όχθη».
Ο πατέρας κι εγώ ήμαστε τόσο συνδεδεμένοι, που ένιωσα την καρδιακή προσβολή του στο στήθος μου τη στιγμή που πέθαινε. Αργότερα ένιωσα πιο έντονο τον πόνο του θανάτου του, γιατί στο νοσοκομείο, με τη στείρα γνώση τους, δε μ’ άφησαν να του κρατώ το χέρι την ώρα που έφευγε.
Μέρα με τη μέρα προσευχόμουν να πάρω κάποιο σήμα του, μάταια όμως. Κάθε βράδυ, πριν με πάρει ο ύπνος, παρακολουθούσα να δω ένα όνειρο. Ωστόσο, πέρασαν τέσσερις ολόκληροι μήνες χωρίς ν’ ακούσω ή να νιώσω τίποτα πέρα από τον πόνο για την απώλειά του. Η μητέρα μου είχε πεθάνει πριν πέντε χρόνια από τη νόσο του Αλτζχάιμερ και παρόλο που είχα δικές μου κόρες, μεγάλες ήδη, ένιωσα σαν χαμένο παιδί.
Μια μέρα, καθώς ήμουν ξαπλωμένη σ’ ένα κρεβάτι του μασάζ και περίμενα να έρθει η ώρα του ραντεβού μου, σε μια ήσυχη αίθουσα με απαλό φωτισμό, ένιωσα ξαφνικά να με κατακλύζει ένα κύμα νοσταλγίας για τον πατέρα μου. Άρχισα ν’ αναρωτιέμαι αν ήταν μεγάλη απαίτηση από μέρους μου να του ζητήσω κάποιο σήμα. Ένιωθα ότι ο νους μου βρισκόταν σε κατάσταση υπερλειτουργίας. Αισθανόμουν μια άγνωστη για μένα γλαφυρότητα, τόση που θα μπορούσα να προσθέσω ολόκληρες στήλες με αριθμούς από μνήμης. Προσπάθησα να βεβαιωθώ ότι ήμουν πράγματι ξύπνια, ότι δεν ήταν όνειρο, και διαπίστωσα ότι ήμουν τόσο μακριά από την κατάσταση του ονείρου όσο μπορεί κανείς να είναι. Κάθε σκέψη μου ήταν σαν σταγόνα νερού που τάραζε την επιφάνεια μιας ήρεμης λίμνης, και μ’ εντυπωσίαζε η γαλήνη κάθε λεπτού που περνούσε. Και τότε σκέφτηκα: «Προσπαθώ να ελέγξω τα μηνύματα από την αντίπερα όχθη. Θα το σταματήσω αυτό».
Ξαφνικά, είδα μπροστά μου το πρόσωπο της μητέρας μου – όπως τη θυμόμουν πριν η νόσος του Αλτζχάιμερ την απογυμνώσει από τις διανοητικές λειτουργίες, την ανθρώπινη φύση της και 25 κιλά. Τα υπέροχα ασημένια μαλλιά της στεφάνωναν το γλυκό της πρόσωπο. Φαίνοταν τόσο πραγματική και ήταν τόσο κοντά μου, που νόμιζα πως θα μπορούσα ν’ απλώσω το χέρι και να την αγγίξω. Ήταν όπως πριν από καμιά δωδεκαριά χρόνια, πριν αρχίσει να παρακμαζει. Μου χτύπησε ακόμα και η μυρωδιά του Τζόι, που ήταν το αγαπημένο της άρωμα. Δεν είπε λέξη, φαινόταν να περιμένει. Αναρωτιόμουν πώς συνέβη, ενώ σκεφτόμουν τον πατέρα μου να εμφανιστεί η μητέρα μου, κι ένιωσα ένα αίσθημα ενοχής που δεν την αναζητούσα κι αυτήν.
«Μητέρα», είπα, «λυπάμαι που υπέφερες από εκείνη τη φοβερή αρρώστια».
Έγειρε το κεφάλι της ελαφρά προς το πλευρό, σαν να ήθελε να μου πει ότι άκουσε τι της είπα για το βάσανο που τράβηξε. Μετά μου χαμογέλασε – ήταν ένα όμορφο, γλυκό χαμόγελο – και είπε πολύ καθαρά, «Το μόνο που θυμάμαι όμως, είναι η αγάπη». Και χάθηκε στη στιγμή.
Μ’ έπιασε ρίγος νιώθοντας το δωμάτιο να παγώνει ξαφνικά, έχοντας μέσα μου μια βαθιά συναίσθηση πως η αγάπη που δίνουμε και παίρνουμε είναι το μόνο που μετρά και το μόνο που μένει. Ο πόνος χάνεται, η αγάπη μένει.
Τα λόγια της είναι τα πιο σημαντικά που άκουσα ποτέ, κι εκείνη η στιγμή έμεινε για πάντα χαραγμένη στην καρδιά μου.
Ποτέ δεν είδα ή άκουσα κάποιο σημάδι από τον πατέρα μου, δεν έχω όμως καμιά αμφιβολία πως κάποια μέρα, σε κάποια στιγμή που δε θα το περιμένω, θα εμφανιστεί και θα μου πει: «Σου το ‘πα σήμερα πως σ’ αγαπώ;»

Bobbie Probstein

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου