Μεγέθους 1,5 εκατοστού
και ηλικίας οκτώ εβδομάδων, το έμβρυο αναπτύσσει την πρώτη του αίσθηση – είναι
η αφή. Ίσως γι’ αυτό την έχουμε τόσο ανάγκη μεγαλώνοντας. Ακουμπώντας,
επιστρέφουμε στις ρίζες μας, θυμόμαστε πώς μάθαμε να αντιλαμβανόμαστε τον
κόσμο. Και, ακουμπώντας ο ένας τον άλλο, συνειδητοποιούμε εν πολλοίς τον
κοινωνικό προορισμό μας. Γι’ αυτό και είναι κρίμα που ο άνθρωπος του 21ου αιώνα
έχει αρχίσει να χάνει την ευεργετική επίδραση της αγκαλιάς, του αγγίγματος, της
επαφής.
Εδώ και κάποια χρόνια
λειτουργεί στο Όρεγκον των Ηνωμένων Πολιτειών ένας εξαιρετικά δημοφιλής χώρος,
που προσφέρει «ντυμένες και αποκλειστικά πλατωνικές αγκαλιές» διάρκειας 15
λεπτών έως πέντε ωρών (που χρεώνονται από 60 δολάρια την ώρα), γιατί, όπως
διαβάζουμε στη σελίδα του Cuddle Up to Me, «κάποιες φορές αυτό που απλώς
χρειαζόμαστε είναι να μας κρατήσει κάποιος το χέρι ή να βρούμε έναν ώμο να
κλάψουμε». Κατά τη διάρκεια της συνεδρίας, ο πελάτης έχει δικαίωμα να επιλέξει
αν θέλει παράλληλα να μιλάει ή να μένει σιωπηλός, αν θέλει να ξαπλώσει ή να
είναι όρθιος, να διαβάζει ή να τραγουδάει. Οτιδήποτε. Υπάρχουν αρκετές
αντίστοιχες πρωτοβουλίες σε όλο τον κόσμο, και μάλιστα υπάρχει αρμόδιος φορέας
που μπορεί να πιστοποιήσει κάποιον ως επαγγελματία «αγκαλιαστή» και να
ξεκινήσει την επιχείρησή του. Το γεγονός ότι υπάρχει κόσμος που ανταποκρίνεται
στα παραπάνω μας υποχρεώνει να ξεπεράσουμε την κωμική τους διάσταση και να
σταθούμε στην τραγική.
Είναι αλήθεια ότι δεν
αγκαλιαζόμαστε αρκετά; Η ψυχολόγος και συγγραφέας Τίφανι Φιλντ, από τις πρωτοπόρους
της μελέτης του συγκεκριμένου πεδίου και επικεφαλής του Ερευνητικού Ινστιτούτου
Επαφής στην ιατρική σχολή του Μαϊάμι, χρεώνει την αδυναμία μας να ακουμπήσουμε
ο ένας τον άλλο στην εξάρτησή μας από τα κινητά μας τηλέφωνα και –τραγική
ειρωνεία– τις οθόνες αφής. Η τηλεόραση, αρχικά, και το διαδίκτυο ακολούθως
έχουν πολλαπλασιάσει το αίσθημα της μοναξιάς (αν όχι τη μοναξιά αυτή καθαυτή),
που έχει αυξηθεί κατακόρυφα στις δυτικές κοινωνίες την τελευταία εικοσαετία –
περνάμε πολύ περισσότερο χρόνο ψυχαγωγούμενοι ατομικά και, όταν ερχόμαστε σε
επαφή με έναν άλλο άνθρωπο, τον αντιμετωπίζουμε συνήθως καχύποπτα.
Οικειότητα και
ασφάλεια
Η επαφή μπορεί να μας
κάνει να νιώσουμε καλύτερα. Προσφέρει οικειότητα, ζεστασιά, ασφάλεια.
Εξαρτάται, φυσικά, και από το ποιον ακουμπάμε, αλλά το άγγιγμα αυτό καθαυτό, η
επαφή του δέρματος με άλλο δέρμα, έχει από μόνο του ευεργετικά αποτελέσματα
στον οργανισμό – όπως συμβαίνει στο μασάζ, μια διαδικασία συναισθηματικά
αποφορτισμένη. Οι υποδοχείς του δέρματος εντοπίζουν την πίεση, την κίνηση και
την αλλαγή της θερμοκρασίας, και αυτή η πληροφορία μεταφέρεται στον εγκέφαλο,
με αποτέλεσμα (μεταξύ άλλων) να μειώνεται η αρτηριακή πίεση και η έκκριση
κορτιζόλης (ορμόνη του στρες), ενώ αυξάνεται η έκκριση ωκυτοκίνης (η περίφημη
«ορμόνη της αγάπης»), σεροτονίνης και ντοπαμίνης (ορμόνες που βοηθούν μεταξύ
άλλων στην κατάθλιψη), διεγείρεται ο ιππόκαμπος, επηρεάζονται οι
νευροδιαβιβαστές που ρυθμίζουν τα επίπεδα του πόνου και ομαλοποιούνται οι
παλμοί της καρδιάς (εν προκειμένω, ένα άγγιγμα ερωτικής φύσης μπορεί φυσικά να
τους αναστατώσει).
Πάντως, από όλους τους
τρόπους (ψυχολογικούς, συναισθηματικούς, πνευματικούς) με τους οποίους επιδρά η
επαφή στον οργανισμό μας, το πιο εντυπωσιακό είναι ότι ισχυροποιείται το
ανοσοποιητικό μας σύστημα. Στο πλαίσιο μιας πολυσυζητημένης έρευνας του
Πανεπιστημίου Carnegie Mellon, απομονώθηκαν σε ένα ξενοδοχείο 404 υγιείς
ενήλικες και εκτέθηκαν σε έναν ιό κοινού κρυολογήματος – όσοι είχαν απαντήσει
εκ των προτέρων ότι δέχονταν και προσέφεραν συχνά αγκαλιές εμφάνισαν πολύ πιο
ήπια συμπτώματα. Το ένα μήλο την ημέρα, που λέμε, μπορεί να αντικατασταθεί ή να
συνδυαστεί με μια αγκαλιά.
Τα σημεία της επαφής
Πριν από λίγα χρόνια,
μια έρευνα των πανεπιστημίων της Οξφόρδης και του Άαλτο (Φινλανδία) έθεσε μια
σειρά ερωτήσεων σε ένα μεγάλο πλήθος συμμετεχόντων από πολλές, διαφορετικές
χώρες και χαρτογράφησε τα σημεία του σώματός μας που θεωρούμε επιτρεπτό να
ακουμπά ένας άλλος, σε συνάρτηση φυσικά με τη σχέση που έχουμε με αυτόν τον
άλλο (ερωτική, φιλική, συγγενική, καμία). Τα αποτελέσματα ήταν έως έναν βαθμό
αναμενόμενα. Όσο λιγότερο γνωρίζουμε τον άλλο, τόσο λιγότερα είναι τα σημεία
που θέλουμε να μας ακουμπάει. Με έναν εντελώς ξένο δεν νιώθουμε ιδιαίτερα άνετα
ούτε με μια απλή χειραψία. Το ενδιαφέρον στην έρευνα ήταν ότι, σε όλες τις
περιπτώσεις, οι γυναίκες ήταν πολύ πιο δεκτικές στο άγγιγμα από ό,τι οι άντρες.
Μια γυναίκα μοιάζει άνετη με ένα άγγιγμα στο πρόσωπο από τους γονείς της, ένα
χάδι στην πλάτη από έναν κοντινό συγγενή, μια αγκαλιά με έναν φίλο ή φίλη. Για
τους άντρες τα παραπάνω ήταν κόκκινες γραμμές. Θα προτιμούσαν όχι.
Μετά τον θόρυβο που
προκάλεσε το κίνημα του #metoo, η επαφή σε πολλές κοινωνικές περιστάσεις
δαιμονοποιήθηκε και περιορίστηκε για τον φόβο των Ιουδαίων. Είναι, φαντάζομαι,
σαφές ότι, μιλώντας για τα θετικά της επαφής, εννοείται ότι η συζήτηση αφορά
αποκλειστικά μια επιθυμητή επαφή. Ωστόσο, αυτό το κλίμα αμηχανίας και
παρεξήγησης έχει προσθέσει ένα μικρό λιθαράκι στην απόσταση ανάμεσα στους
ανθρώπους – δεν έχει μειωθεί η επιθυμία μας να ακουμπάμε ο ένας τον άλλο, αλλά
έχει χαθεί ο τρόπος να το κάνουμε. Σκεφτείτε τα δάχτυλα που δεν αγγίζονται στην
Καπέλα Σιξτίνα του Μιχαήλ Άγγελου στο Βατικανό. Θέλουν να ακουμπήσουν, αλλά δεν
φτάνουν, δεν μπορούν. Τα δικά μας δάχτυλα μπορούν. ■
ΠΗΓΉ: http://www.kathimerini.gr/1022088/gallery/periodiko-k/reportaz/akoympate-allhloys
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου