Η παγίδα του ανικανοποίητου
Η γλάστρα με τα ασπρολούλουδα
υπέφερε πάνω στο μπαλκόνι.
- Α, έλεγε κοιτάζοντας τον κήπο.
Γιατί να μην έχω κι εγώ τριαντάφυλλα;
- Τριαντάφυλλα, απάντησε ο κάκτος.
Τι να τα κάνεις;
- Για να στολιστώ, βέβαια. Μόνο που
είμαι πάντοτε το ίδιο πράγμα. Να, δεν είμαι παρά μια χωματένια γλάστρα.
- Μα, μπήκε στη συζήτηση το
ποτιστήρι, τα ασπρολούλουδα είναι το ίδιο ωραία.
- Όχι, εγώ προτιμώ τα τριαντάφυλλα.
Όλους τους ενοχλούσε πάνω στο
μπαλκόνι. Παραπονιόταν, γιατί αυτή, μια χωματένια γλάστρα δεν την
μεταχειρίζονταν καλά. Δεν τις είχαν βάλει παρά ασπρολούλουδα, δεν ασχολούνταν
μαζί της, δεν την φρόντιζαν, την κορόιδευαν και ότι εκείνη, η χωματένια γλάστρα
δεν θα άφηνε να την κάνουν έτσι.
Τόσα πολλά ήταν τα παράπονα της που
κατέληξαν να της φυτέψουν μια τριανταφυλλιά για να σωπάσει..
Στην αρχή η γλάστρα αγαπούσε
πολύ τα τριαντάφυλλα, κολακευόταν και άρχισε να αισθάνεται εντελώς καλά. Και
ύστερα, μια μέρα, φύτεψαν μια ροδοδάφνη, κάτω από το μπαλκόνι. Τότε η χωματένια
γλάστρα άρχισε να μουρμουράει.
- Μια ροδοδάφνη, τουλάχιστον είναι
ένα λουλούδι. Και άρχισε να παραπονιέται όπως πρώτα...
Δεν θα έδινα ποτέ σε αυτή, τη
χωματένια γλάστρα, μια τέτοια ροδοδάφνη και εκείνη ήθελε μια. Έλεγε ότι δεν την
υπολόγιζαν για τίποτα, ότι δεν την κοίταζαν ποτέ και τούτο και το άλλο. Η
τριανταφυλλιά είχε λίγο ενοχληθεί, αλλά δεν ήταν θυμωμένη όταν την έβγαλαν από
τη γλάστρα για να βάλουν εκεί τη ροδοδάφνη.
- Τι μούτρο, είπε, ποτέ δεν θα
ξαναβάλω τα πόδια μου μέσα σε αυτή τη γλάστρα.
Η γλάστρα ήταν αρκετά ευχαριστημένη
με τη ροδοδάφνη της. Κυρίως κατά την περίοδο της άνθησης. Όλος ο κόσμος θαύμαζε
τα λουλούδια στο μπαλκόνι και νόμιζε ότι αυτό ερχόταν απ΄αυτή τη χωματένια
γλάστρα. Αλλά αυτό δεν κράτησε πολύ.
Πραγματικά, μια μέρα, έφεραν στον
κήπο ένα ξωτικό δεντράκι. Αμέσως, πάνω στο μπαλκόνι η χωματένια γλάστρα άρχισε
να φωνάζει.
- Απίστευτο, έλεγε ένα ξωτικό
δεντράκι. Και φυσικά αυτό δεν είναι για μένα.
- Επιτέλους, χωματένια γλάστρα,
παρατήρησε ο κάκτος. Δε θα ξαναρχίσεις τις ίδιες ιστορίες.
- Ναι, θα τις ξαναρχίσω.
Και πράγματι άρχισε και μάλιστα όπως
τις άλλες φορές πέτυχε αυτό που ήθελε δηλαδή το ξωτικό δεντράκι. Στην αρχή, το
δεντράκι έβγαζε βιολετιά λουλούδια. Αυτό γέμισε περηφάνια τη χωματένια μας γλάστρα,
έπειτα είχε ένα κόκκινο φύλλωμα και ήταν θαυμάσιο.
Παρ' όλα αυτά, η στεναχώρια με τα
δεντράκια είναι ότι γίνονται πάντοτε δέντρα, μερικές φορές μεγάλα δέντρα και η
χωματένια γλάστρα δεν το είχε σκεφτεί αυτό.
Την επόμενη χρονιά, λοιπόν, το
δεντράκι μεγάλωσε, έγινε μεγάλο και δυνατό και άρχισε να νιώθει στενάχωρα μέσα
στη γλάστρα. Και ξαφνικά μια μέρα άκουσαν ένα σπάσιμο πάνω στο μπαλκόνι. Ήταν
οι ρίζες του δέντρου που έκαναν να σπάσει η χωματένια γλάστρα.
-Μπα, είπε η κυρία του σπιτιού.
Νομίζω ότι θα έπρεπε να βάλουμε το δέντρο στη γη, η γλάστρα έσπασε.
Και ξανακόλλησαν τη γλάστρα.
Έτσι, αυτή η χωματένια γλάστρα, δεν
ήταν πια τόσο γερή και στη θέση των λουλουδιών φύτεψαν βασιλικό για την
κουζίνα...
(από το βιβλίο της Γ.Α Βασδέκη:
"Παραμύθια και Ιστοριούλες)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου